Γράφει η Άννα Δεληγιάννη- Τσιουλπά
Η Μαθγιός κι του ράδιου. Άλλα χόονια γήνταν τα ράδια αμ παν κι απ’ κατ-.Η Μαθγιός πήγει σντη θγια μας ντ Ασανιώ να πγει καφέ .Ικείν, έεκειν ντ ώρα γείχι ανοιχτό του ράδιου κι άκγι τααγούδγια .Έκατσι η Μαθγιός γήπγι ντου καφέτ ,ινθουσιάσκι μι τα νησιώτκα κι τααγούδγι κ’ικιός:μμμ…του λουλουδάκι του μπακτσιέ ….μμμ…πώς θα μι πάρει μέταξι…μμμ.
-Μαθγιέ,βλέπου σ’αρέζ τα τα τααγδέλια κι του πουδάρς παγέν απάν σντου σκουπό
-Κάλα ,να μη κείτι η γιάλ η διασκέδας,να έφτην ένι αμ παν κι απ κατ κι κανές μπάλους κ’ ικιός σα πάμι,σα δε, απ’ του σπίτ ακφιργιέμαστι.-Ναι ,ναι ,σα παίζ σντου καφινέ ακούγντιν.Κιο τ΄αφτιά μας δεν ακούν κι τόσου μουου ,να ό,τ ακούν κι όσου αα νακούν.
-Ιγώ , να δγείς τι έπαθα, κι …δεν ακούγου νε του ράδιου, κι τ’ ανοίγου κι λαλούν οι γιιτόν-
-Μουρήη Ασανίνα ,κφάθκις τουμένι για τα καλά. Να πας σιαπήα, να δγεις τι αα γεν γιατί δεν έχουμ ντ όριξις να ντουμντουνίζουμ γουλ ντ’ώρα.
-Κάλα, άμα τα’ ανοίγς αψανά αα νέχ κι δίκιου.
-Τι τ’ ανοίγου, μον; Του βάζου όπ έχου δλειά κι πουουχτέ να δγεις απ τόβαλα σντου φούρνου , να δγεις τι έπαθα.
-Κάλα κι σντου φούρνου; Όπ του βαλς μαθέμ παίζ,δεν έλιουσι ;-
-Εεπ να μη σέκανι ,κάλα τι νόμσις μέσα, ψουμί ένι.
-Έετσ- απ’ του γείπις έευτου κατάλαβα.
-Αα ,οχ δα, αγναντίιζ καλά. Σια του μπόοφλιου τ’ ακούμπσα μουου ,η πυρ του πήι κουμάτ τα παμπρέσατ κι έντου θαείς κι ανιγλιάζ ,μου καλό ένι μας πγιαν σιάαδγιου.
Καμνιά βουλά η Μαθγιός έφγι κι πήγι σντη Ξινιώ.
-Βαλ ντε του ράδιου νακούσουμ κανέ τααγούδ.
Η Ξινιώ τάνξι , μου δε νι γείχι κάντιμπουτα, κατ’ ξένα μουρμουίζαν.
-Α,λέγου κι πήις σα τς Ασανιώς του ράδιου ,ικιό έχ καλά τααγούδγια του θκός δος του μες σντ βάλτα μουρμουρτό σα θέλουμ αα λαλήσουμ ντου παπά Ανιστάσ- να μας δγιαβασ-.
Του ταχιά πήγι στς Αγοί Τάαχ κι απάντιχι του λιουφουρείου να πάει ντ Καμαργιώτσα.
Σα νι γήρτι ανέφκι απάν κι ακσι γιένα ραδιέλ μπουουστά απ έλιγι κατ’ παιδικά: κάλημέρα σας παιδιά ,τραλαλά τραλαλά, σ΄κκωθείτε με χαρά τραλαλαλαλά.
-Αα καλά τι γίνι πάλι έευτα, τααγούδγια δεν έχ λεγου κιένι τα Ασανιώς του ράδιου ως κι σντου φούρνου παίζ νησιώτκα.Χαντάκουσέ του απ ‘εεφτ.
-Κάλα κι έετουτου παίζ μου γούλις τς ώρις δε τααγδούν, λεν κι τίπουτ άλλου.
-Αα καλά δα, κλείστου κιαα μας ζαλίσ- έεφτην μι τα πιατκάτς.Απ’ ντη μνια η μπαμπάκας απ’ ντ άλλ η θγια μας έευτην χαθήκαμ.Καλύτια να κίνουμαν μι τα πουδάργια.
-Σα σι γήξια απ΄μουρμουίιζ έετσ- δε σ’ ανέβαζα .
-Καλά ιγώ ,σα νι γήξια απ ακούς έευτα κι γύιζ η καπνός μέσα, απ δε βλεπς άθιιπου θέλα ανέβου;
-Κι όπους έκανι νακμπίσ- έφγι κουμάτ του χερτ κι ακούμπσι του καλάθ του Χριστουφή.
-Κάτσι καημένι Μαθγιέ στου γκόλους κι σώπα, λάλσι ικιός.
-Άιντι ως ντ άλλ’ ντ’ βουλά αα γέν κουλάι ,μου κάτσι ντου γείπι η γι ουδηγός.
-Άαντι αα δγιούμι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου