Γράφει ο Δρ Αντώνιος Χατζόπουλος
Ο όρος «παγκοσμιοποίηση» ο οποίος εμπλούτισε το λεξιλόγιό μας τα τελευταία χρόνια είναι σχετικά νέος. Δίνονται ποικίλες ερμηνείες του όρου. Ο καθένας από την πλευρά του τον αναλύει κατά το δοκούν. Συνήθως όμως είναι η αρνητική όψη αυτή που προβάλλεται και κυριαρχεί και η οποία σχετίζεται με την οικονομική πλευρά της παγκοσμιοποίησης. Πέρα όμως από τις σωστές, λαθεμένες ή και πολλές φορές αυθαίρετες ερμηνείες που δίδονται ως περιεχόμενο του όρου αυτού, είναι γνωστό ότι η παγκοσμιοποίηση έχει και θετικές πλευρές. Δεν μπορούμε να περιορίσουμε την παγκοσμιοποίηση στην οικονομική-εμπορική της διάσταση. Η έννοια της παγκοσμιοποίησης θα πρέπει να ερμηνευθεί συνολικά και εκτός από την οικονομική της διάσταση υπάρχει και η πολιτισμική. Ο όρος προέρχεται από το εμπόριο και από τις παγκόσμιες οικονομικές συναλλαγές. Παγκοσμιοποίηση σημαίνει «ότι η κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίου, τεχνολογιών και ανθρώπων πραγματοποιείται πλέον σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς οι χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο ανοίγονται και έρχονται σε ολοένα μεγαλύτερη επαφή μεταξύ τους»[1].Έτσι, λέγοντας παγκοσμιοποίηση φέρνουμε στο νου μας πρωτίστως το εμπόριο και δευτερευόντως όλα τα άλλα, όπως την κυκλοφορία των τεχνολογιών και των ανθρώπων που αναφέρονται παραπάνω. Στην ιστορία της ανθρωπότητας ουδέποτε το εμπόριο ήταν ξεκομμένο από εν γένει πνευματική ζωή των ανθρώπων, καθότι χάρη και σ’ αυτό υπήρχε και υπάρχει επικοινωνία των ανθρώπων, λαών και πολιτισμών. Η ιστορία, αλλά και η εκκλησιαστική ιστορία έχουν άφθονα παραδείγματα για το γεγονός ότι το εμπόριο φέρνει κοντά τους ανθρώπους και κατ’ επέκταση και τους πολιτισμούς. Η κυκλοφορία των ανθρώπων φυσικά σημαίνει και κυκλοφορία των ιδεών, αλλά και των θρησκευτικών πεποιθήσεων και παραδόσεων. Το εμπόριο ήταν η αρχή της διάχυσης των ιδεών και του πολιτισμού σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Μερικά παραδείγματα: Έλληνες έμποροι ταξίδευαν στη Φοινίκη και πήραν το αλφάβητο από άλλους λαούς. Έλληνες έμποροι ίδρυσαν πόλεις στον Εύξεινο πόντο, στη νότια Γαλλία, διέδωσαν το Χριστιανισμό στη δυτική πλευρά των Ινδιών. Με το εμπόριο άλλωστε επιτεύχθηκε και η πρώτη επαφή των πρώην εχθρικών και εμπόλεμων κρατών της Ευρώπης και έτσι σήμερα έχουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση.Και οι πολιτισμοί δέχονται αλληλοεπιδράσεις: χάρη στην επικοινωνία των πολιτισμών οι Πατέρες της Εκκλησίας δανείστηκαν όρους αρχαίους και τους ενσωμάτωσαν στην ορθόδοξη παράδοση μας, χρησιμοποιώντας τους στη διατύπωση των χριστιανικών δογμάτων. Η βυζαντινή πριγκίπισσα Θεοφανώ τον 9ο αιώνα παντρεύεται τον ΄Οττο της Γερμανίας, φέρνει πρώτη τα μεταξωτά, τον καφέ και τα μαχαιροπίρουνα στη Δύση, αλλά και την ανατολική χριστιανική παράδοσή της.
Σήμερα με τα άλματα της τεχνολογίας καθίσταται δυνατή η μαζική πλέον κυκλοφορία και επικοινωνία των ανθρώπων και των ιδεών τους σε’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Η ελεύθερη κυκλοφορία εντός της παγκοσμιοποιημένης και πολυπολιτισμικής ΕΕ στην οποία ζούμε φέρνει τους ανθρώπους και τις παραδόσεις τους πολύ κοντά και έτσι πραγματοποιείται η γνωριμία με την πίστη και τον πολιτισμό των άλλων λαών της ΕΕ. Με την αλληλοκατανόηση αίρονται οι προκαταλήψεις και καταπολεμάται μεταξύ άλλων και ο θρησκευτικός φανατισμός. Δίδεται παράλληλα στη χριστιανική πίστη η ευκαιρία να συνδιαλλαγεί με αγάπη, ελευθερία και σεβασμό με τις άλλες θρησκευτικές παραδόσεις εντός και εκτός της ΕΕ.
Μελετώντας τη διαβίωση των προγόνων μας στην Τουρκοκρατία και ειδικά της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, διαπιστώνουμε ότι αυτή ζώντας τότε σ΄ ένα κοσμοπολίτικο και πολυπολιτισμικό περιβάλλον, που ήταν από τα λίγα σχετικά θετικά στοιχεία των Αυτοκρατοριών και όμοιο όμως εν πολλοίς με αυτό της ΕΕ σήμερα, η κοινότητα αυτή της Πόλης κράτησε ζωντανή την πίστη και την πολιτισμική παράδοσή της μέχρι την επικράτηση του τουρκικού εθνικισμού κατά τη δεκαετία του 1910. Στο ιστορικό παράδειγμα της πορείας και των θρησκευτικών δικαιωμάτων των Ελλήνων της Πόλης από τη μια βλέπουμε την ανοχή και την αποδοχή που «προσφέρει» η πολυπολιτισμική κοινωνία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ήταν αντίγραφο της Βυζαντινής και από την άλλη την μηδενική ανοχή που δείχνει ο εθνικισμός στις θρησκευτικές και πολιτισμικές παραδόσεις και ο οποίος καταστρέφει τις ιδιαιτερότητες των μειονοτήτων, όπως αυτό έγινε από το 1910 και εξής.
Ο κοσμοπολιτισμός (η κοσμοπολιτεία) του παρελθόντος (Βυζάντιο, Οθωμανική Αυτοκρατορία), που δείχνει ανοχή στις πολιτισμικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες των λαών, σήμερα αναγκαστικά αφήνει τη θέση του στην παγκοσμιοποίηση. Η θετική όψη της παγκοσμιοποίησης στον τομέα των θρησκευτικών δικαιωμάτων είναι αναμφισβήτητη. Η παγκοσμιοποίηση είναι το «αντίδοτο στην εθνικοποίηση κάθε μορφής»[2], η οποία εθνικοποίηση με τη σειρά της οδηγεί στην περιστολή των θρησκευτικών δικαιωμάτων των λαών. Η παγκοσμιοποιημένη ΕΕ αναδεικνύεται ως κατεξοχήν χώρος θρησκευτικής ελευθερίας και ένα παράδειγμα για τις άλλες περιοχές του πλανήτη. Παλαιότερα είχαμε τον κοσμοπολίτη, τον πολίτη του κόσμου. Σήμερα έχουμε τον πολίτη, τον άνθρωπο που ζει μέσα στην παγκοσμιοποιημένη και πολυπολιτισμική κοινωνία της Ευρώπης και του κόσμου. Ο κοσμοπολίτης είναι πολίτης του κόσμου, είναι αυτός που αισθάνεται όλη την οικουμένη πατρίδα του, το ίδιο όπως και ο «παγκοσμιοποιημένος» πολίτης. Και τα δύο τα παραπάνω θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι και χριστιανικές αρετές. Διαβάζουμε στην επιστολή προς Διόγνυτον: «Για τους χριστιανούς κάθε ξένη χώρα είναι πατρίδα τους και κάθε πατρίδα την θεωρούν ξένη χώρα».
Σήμερα παγκοσμιοποιημένη κοινωνία σημαίνει μία κοινωνία ανοιχτή προς όλους τους ανθρώπους προς όλες τις θρησκείες, φυλές και γλώσσες. Είναι η κοινωνία που θα πρέπει να γίνονται σεβαστά τα ανθρώπινα και θρησκευτικά δικαιώματα των ανθρώπων, χωρίς διακρίσεις. Για μας τους χριστιανούς άλλωστε αυτή η υποχρέωση πηγάζει μέσα από την Καινή Διαθήκη, είναι η ίδια η υπόσταση της πίστης μας στο Θεό. Είναι η χριστιανική πίστη που αγαπά, που συνδιαλέγεται και που αποδέχεται.
Η παγκοσμιοποίηση έχει δαιμονοπιοιθεί από ορισμένους λαϊκούς και κληρικούς και από αρκετούς διανοούμενους της εποχής μας. Δε διαφωνώ ότι πρέπει να θεσπιστούν κανόνες στο παγκόσμιο εμπόριο για την άρση των ανισοτήτων και για την εξάλειψη της αθλιότητας από τον πλανήτη. Αυτό όμως που γίνεται σήμερα με τη μηδενιστική κριτική προς κάθε τι καινοτόμο, αλλά και η καθολική απόρριψη με βάση δήθεν την Πίστη και την Ορθοδοξία, είναι ακατανόητη.
Οι άνθρωποι που βλέπουν παντού «συνομωσίες» και «σκοτεινά κέντρα» έδιναν και δίνουν πάντα το παρόν:
1.Ο οικουμενισμός, ή καλύτερα η οικουμενική κίνηση κατηγορήθηκε κάποτε ότι τάχα ξεπουλάει την Ορθοδοξία στους δυτικούς και ότι τάχα είναι αίρεση. Έλεγε ότι σε λίγα χρόνια η Ορθοδοξία θα παραδοθεί στους ξένους και ότι πρέπει να είναι κλειστή στον εαυτό της δίχως ανοίγματα προς τις ετερόδοξες Εκκλησίες. Ο Οικουμενισμός δήθεν είναι έργο σκοτεινών δυνάμεων που απεργάζονται την καταστροφή της Ορθοδοξίας και του έθνους. Ποιο ήταν όμως το αποτέλεσμα; Θυσίασε κάτι η Ορθοδοξία; Τι έχασε από την αλήθεια της; Τι ξεπούλησε; Τι από αυτά που αναφέρθηκαν έγινε πραγματικότητα; Απολύτως τίποτα είναι η απάντησή μας. Θετικά: αμέτρητα: η Δύση, η χριστιανική κοινή γνώμη της Δύσης δεν γνώριζε την Ορθοδοξία, δεν ήξερε τίποτα για αυτήν. Με την οικουμενική κίνηση που με κόπο καλλιεργήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες επί δεκαετίες, έχουμε σήμερα το παρόν της Ορθόδοξης Εκκλησίας (φυσικά εδώ δεν εννοούμε μόνο την Ελληνική), με χιλιάδες πιστούς που φροντίζουν και καλλιεργούν τις παραδόσεις τους σε απόλυτη θρησκευτική ελευθερία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η τρίτη χριστιανική δύναμη της Ευρώπης. Η διαχριστιανική και η διορθόδοξη επαφή που ήταν άγνωστα μέχρι το ξεκίνημα της οικουμενικής κίνησης, σήμερα έχουν κάνει τεράστια πρόοδο. Δεν ήταν λοιπόν ο Οικουμενισμός μία συνομωσία των σκοτεινών δυνάμεων. «Μόνον δια του διαλόγου μπορεί να επέλθει συνεννόησις, συμφιλίωσις και καταλλαγή. Γι' αυτό και θα συνεχίσουμε ό,τι και αν μας λένε, όσο και να μας επικρίνουν, να διαλεγόμεθα και με τη Ρώμη και με την Αγγλικανική Εκκλησία και με το Π.Σ.Ε. και με την Παγκόσμια Λουθηρανική Ομοσπονδία και με τις λεγόμενες Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες, τους Αρμενίους, τους Κόπτας, τους Αιθίοπας κοκ. έως ότου έλθει η μεγάλη και επιφανής ημέρα της των πάντων ενώσεως για την οποία η Εκκλησία μας σε κάθε Ακολουθία της, συνεχώς, ανελλιπώς και αδιαλείπτως προσεύχεται όταν λέγει: "υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των Αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως...". Αυτό είναι μία από τις προτεραιότητές μας, από τους ιερούς σκοπούς μας, από τα ιδανικά και τους στόχους της διακονίας μας.»(Πατριάρχης Βαρθολομαίος, 7.7.2012, Ι.Ναός Αγίας Κυριακής Κοντοσκαλίου (Kumkapi) Κων/πόλεως.
2.Αυτές οι σκοτεινές και μυστικές δυνάμεις «εμφανίσθηκαν» και πάλι στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του 90. Εκεί σε χειρότερη μορφή. Ο πόλεμος φόρεσε το ένδυμα της Ορθοδοξίας. Παρουσιάσθηκε –και στα ελληνικά ΜΜΕ πάρα πολύ- ως πόλεμος θρησκευτικός, ως άμυνα για την πίστη, ως πόλεμος κατά των σκοτεινών δυνάμεων. Ονειρεύτηκαν ου πολλοί βαλκανικά απειλητικά τόξα. Γι’ αυτό στο όνομα της Ορθοδοξίας όλα ήταν πλέον επιτρεπτά. Η σφαγή αθώων πολιορκημένων στο Σαράγιεβο στο όνομα πολλές φορές της ορθοδοξίας, η θανάτωση 8000 χιλιάδων αλλόθρησκων στη Σρεμπρένιτσα. Τότε όλα ήταν επιτρεπτά. Για το τελευταίο άδικα κατηγορούνταν οι ομόθρησκοί μας, όλα μα όλα ήταν ψεύδη και συκοφαντίες της Δύσης. Αποτέλεσμα: πριν από λίγα χρόνια το βοσνιακό κοινοβούλιο των Σέρβων αναγνώρισε την γενοκτονία και ζήτησε συγγνώμη από τους μουσουλμάνους συμπολίτες τους.
3.Ακολούθησε λίγο πριν τη λήξη του 20ού αιώνα η πολεμική εναντίον της ΕΕ και αυτή πολλές φορές εξ ονόματος της Ορθοδοξίας. Η ΕΕ τάχα συγχωνεύει έθνη φυλές και γλώσσες, καταργεί σύνορα, παραδόσεις, ήθη, έθιμα, θρησκεία, εθνική ταυτότητα, γλώσσα. Ο παπισμός, απειλεί τάχα την Ορθοδοξία. Και ο μύθος αυτός κατέρρευσε. Πόσοι έλληνες ορθόδοξοι ασπάσθηκαν τον καθολικισμό; Ή ξέχασαν ή έχασαν τις ορθόδοξες παραδόσεις τους; Απολύτως κανένας. Πολλές χιλιάδες όμως καθολικών ασπάσθηκαν την Ορθοδοξία. Χάθηκε η γλώσσα μας; όχι, ίσα ίσα : είναι μία από τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ και όλα τα έντυπα κυκλοφορούν και στην Ελληνική. Στο Συμβούλιο της ΕΕ όλοι οι υπουργοί μιλούν στη γλώσσα τους. Χάθηκε η παράδοσή μας; όχι. Εκατοντάδες ορθόδοξες εκκλησίες και ζωντανές ενορίες υπάρχουν σήμερα στην ΕΕ. Πολλά εκατομμύρια δόθηκαν από την ΕΕ στις τοπικές εκκλησίες στη χώρα μας για ανακαίνιση Ιερών Μονών και Ναών, αλλά και για άλλους σκοπούς.
Δεν μπορώ να δεχτώ τη δαιμονοποίηση της Δύσης και να οραματίζομαι συνομωσίες. Και μόνο όταν αναλογίζομαι ότι οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι ξεκίνησαν από την Ευρώπη και ότι η ΕΕ τώρα συμφιλίωσε τους πρώην εχθρούς, αυτό και μόνο θα μου αρκούσε να αποδεχτώ απόλυτα την ένωση αυτή των λαών.
Αυτό που συνέβη με τις παραπάνω τρεις περιπτώσεις, συμβαίνει λίγο πολύ και σήμερα με μόνο το άκουσμα του όρου Παγκοσμιοποίηση. Έχει δαιμονοποιηθεί από πολλούς, είτε για τις αδικίες στο εμπόριο, είτε για το ότι απειλεί τη ιδιαιτερότητα του κάθε έθνους του κάθε λαού, είτε για το ότι επιφέρει την ομογενοποίηση και ανακάτεμα των θρησκειών. Πολλοί φοβούνται, αδίκως κατά τη γνώμη μας, τους οδοστρωτήρες της πολυπολιτισμικότητας που στο πέρασμά τους δε θα αφήσουν τίποτα όρθιο. Θα περιορίσουν την θρησκευτική έκφραση και ελευθερία εγκαθιδρύοντας μία παγκόσμια θρησκεία ή ένα κράμα των θρησκειών.
Είναι δυστυχώς και πάλι η θεωρία που θέλει την Ορθόδοξη Εκκλησία εγκλωβισμένη στην κλειστή λογική του ενός έθνους, στην λογική του εναγκαλισμού με άλλους θεσμούς και στη λογική της ύπαρξης των σκοτεινών κέντρων που προσπαθούν να την καταστρέψουν. Η Εκκλησία όμως είναι ένας αυτάρκης και αυτόνομος οργανισμός που μπορεί να επιβιώσει και χωρίς τη στήριξη κανενός άλλου θεσμού. Τα πρόσφατα παραδείγματα από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες που στάθηκαν στα πόδια τους επί δεκαετίες μέσα σε εχθρικό περιβάλλον και που τώρα δραστηριοποιούνται χωρίς τη στήριξη της κρατικής εξουσίας είναι εύγλωττα. (Αλβανία, Ρωσία, Βουλγαρία,Ρουμανία). Η ορθοδοξία είναι ανοιχτή στον κόσμο, δεν πρέπει να αυτοεγκλωβίζεται. Καμία από τις φοβίες που ανέφερα παραπάνω δε συμμερίζομαι και δεν μπορώ να τις ασπασθώ. Πιστεύω ότι οδηγούν σε απομονωτισμό και εθνικισμό και στη συνέχεια σε θρησκευτικό φανατισμό. Η Εκκλησία πρέπει να «χρησιμοποιήσει» την παγκοσμιοποίηση, τα θετικά της παγκοσμιοποίησης. Στην ουσία αυτό είναι κάτι το πανάρχαιο και εν πολλοίς γνωστό. Είναι αυτό που ήδη ήταν αυτονόητο και αυτό που ονομάζουμε οικουμενικότητα της Εκκλησίας. Αυτή η ορθόδοξη οικουμενικότητα της Εκκλησίας, που επέζησε στο πολυπολιτισμικό Βυζάντιο, αλλά και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, υφίσταται και σήμερα, αρκεί να την αναδείξουμε.
Η μετανάστευση, οι προσφυγιά, το άνοιγμα των συνόρων, αλλά και η παγκοσμιοποίηση μας οδήγησαν σ΄ ένα κόσμο διαθρησκειακό και πολυπολιτισμικό. Σ’ αυτό τον κόσμο όμως έζησε η Ορθοδοξία επί πολλούς αιώνες. Έζησε γιατί η συνύπαρξη είναι χριστιανική αρετή. Η Ορθοδοξία «επιβιώνει γιατί συμβιώνει» τονίζει ο σοφός καθηγητής Μάριος Μπέγζος. Εκεί που υπάρχει η αποδοχή του άλλου, του διαφορετικά σκεπτόμενου παύει να υπάρχει η μισαλλοδοξία. Εκεί πανηγυρίζει η θρησκευτική ελευθερία. Σήμερα η παγκοσμιοποίηση είναι η άλλη όψη του κοσμοπολιτισμού, μία άλλη όψη της Οικουμενικότητας. Είναι σαφώς το αντίθετο της εσωστρέφειας και του εθνικισμού. Είναι η γνώση του άλλου και όχι η απόρριψή του.
Ο σημερινός πιστός δεν πρέπει να φοβάται την παγκοσμιοποίηση γιατί αυτή βρίσκεται στην υπόσταση της πίστης μας σε άλλη μορφή, ως οικουμενικότητα. Πιστεύω ότι μέσα σε μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι δραστηριοποιούνται απόλυτα ελεύθερα και συνυπάρχουν με αμοιβαία αποδοχή και σεβασμό, σ’ αυτή την κοινωνία θα υπάρχει απόλυτος σεβασμός και των θρησκευτικών δικαιωμάτων. Η εσωστρέφεια δεν είναι ίδιον του Χριστιανισμού.
Η παγκοσμιοποίηση είναι αντίθετη προς την εθνικοποίηση η οποία μπορεί να οδηγήσει στον φυλετισμό, στην ξενοφοβία και στην απόρριψη της θρησκευτικής ελευθερίας και εν τέλει στην άρνηση της ελευθερίας του ατόμου. Η αποδοχή της ετερότητας του άλλου, ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου είναι βασικές χριστιανικές αρετές που παραμερίζονται πολλές φορές .
Η εκκλησία πρέπει να κάμνει πάντα το πρώτο βήμα της καταλλαγής και της συμφιλίωσης όλων των ανθρώπων. Η πίστη δε χάνεται, δε θυσιάζεται, δεν αλλοιώνεται με τη συμβίωση ανάμεσα σε ανθρώπους άλλων πολιτισμικών παραδόσεων. Χάνεται, καταστρέφεται όταν στα μάτια του άλλου δε βλέπω τον ίδιο το Θεό, το Χριστό που η θυσία του ήταν για όλο το γένος των ανθρώπων και όχι για μία φυλή και γλώσσα. Θέτοντας ως ορθόδοξος χριστιανός το δίλημμα στον εαυτό μου μεταξύ της παγκοσμιοποίησης και του εθνικισμού σαφώς διαλέγω το πρώτο.
,Αντώνιος Χατζόπουλος
Ο όρος «παγκοσμιοποίηση» ο οποίος εμπλούτισε το λεξιλόγιό μας τα τελευταία χρόνια είναι σχετικά νέος. Δίνονται ποικίλες ερμηνείες του όρου. Ο καθένας από την πλευρά του τον αναλύει κατά το δοκούν. Συνήθως όμως είναι η αρνητική όψη αυτή που προβάλλεται και κυριαρχεί και η οποία σχετίζεται με την οικονομική πλευρά της παγκοσμιοποίησης. Πέρα όμως από τις σωστές, λαθεμένες ή και πολλές φορές αυθαίρετες ερμηνείες που δίδονται ως περιεχόμενο του όρου αυτού, είναι γνωστό ότι η παγκοσμιοποίηση έχει και θετικές πλευρές. Δεν μπορούμε να περιορίσουμε την παγκοσμιοποίηση στην οικονομική-εμπορική της διάσταση. Η έννοια της παγκοσμιοποίησης θα πρέπει να ερμηνευθεί συνολικά και εκτός από την οικονομική της διάσταση υπάρχει και η πολιτισμική. Ο όρος προέρχεται από το εμπόριο και από τις παγκόσμιες οικονομικές συναλλαγές. Παγκοσμιοποίηση σημαίνει «ότι η κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίου, τεχνολογιών και ανθρώπων πραγματοποιείται πλέον σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς οι χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο ανοίγονται και έρχονται σε ολοένα μεγαλύτερη επαφή μεταξύ τους»[1].Έτσι, λέγοντας παγκοσμιοποίηση φέρνουμε στο νου μας πρωτίστως το εμπόριο και δευτερευόντως όλα τα άλλα, όπως την κυκλοφορία των τεχνολογιών και των ανθρώπων που αναφέρονται παραπάνω. Στην ιστορία της ανθρωπότητας ουδέποτε το εμπόριο ήταν ξεκομμένο από εν γένει πνευματική ζωή των ανθρώπων, καθότι χάρη και σ’ αυτό υπήρχε και υπάρχει επικοινωνία των ανθρώπων, λαών και πολιτισμών. Η ιστορία, αλλά και η εκκλησιαστική ιστορία έχουν άφθονα παραδείγματα για το γεγονός ότι το εμπόριο φέρνει κοντά τους ανθρώπους και κατ’ επέκταση και τους πολιτισμούς. Η κυκλοφορία των ανθρώπων φυσικά σημαίνει και κυκλοφορία των ιδεών, αλλά και των θρησκευτικών πεποιθήσεων και παραδόσεων. Το εμπόριο ήταν η αρχή της διάχυσης των ιδεών και του πολιτισμού σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Μερικά παραδείγματα: Έλληνες έμποροι ταξίδευαν στη Φοινίκη και πήραν το αλφάβητο από άλλους λαούς. Έλληνες έμποροι ίδρυσαν πόλεις στον Εύξεινο πόντο, στη νότια Γαλλία, διέδωσαν το Χριστιανισμό στη δυτική πλευρά των Ινδιών. Με το εμπόριο άλλωστε επιτεύχθηκε και η πρώτη επαφή των πρώην εχθρικών και εμπόλεμων κρατών της Ευρώπης και έτσι σήμερα έχουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση.Και οι πολιτισμοί δέχονται αλληλοεπιδράσεις: χάρη στην επικοινωνία των πολιτισμών οι Πατέρες της Εκκλησίας δανείστηκαν όρους αρχαίους και τους ενσωμάτωσαν στην ορθόδοξη παράδοση μας, χρησιμοποιώντας τους στη διατύπωση των χριστιανικών δογμάτων. Η βυζαντινή πριγκίπισσα Θεοφανώ τον 9ο αιώνα παντρεύεται τον ΄Οττο της Γερμανίας, φέρνει πρώτη τα μεταξωτά, τον καφέ και τα μαχαιροπίρουνα στη Δύση, αλλά και την ανατολική χριστιανική παράδοσή της.
Σήμερα με τα άλματα της τεχνολογίας καθίσταται δυνατή η μαζική πλέον κυκλοφορία και επικοινωνία των ανθρώπων και των ιδεών τους σε’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Η ελεύθερη κυκλοφορία εντός της παγκοσμιοποιημένης και πολυπολιτισμικής ΕΕ στην οποία ζούμε φέρνει τους ανθρώπους και τις παραδόσεις τους πολύ κοντά και έτσι πραγματοποιείται η γνωριμία με την πίστη και τον πολιτισμό των άλλων λαών της ΕΕ. Με την αλληλοκατανόηση αίρονται οι προκαταλήψεις και καταπολεμάται μεταξύ άλλων και ο θρησκευτικός φανατισμός. Δίδεται παράλληλα στη χριστιανική πίστη η ευκαιρία να συνδιαλλαγεί με αγάπη, ελευθερία και σεβασμό με τις άλλες θρησκευτικές παραδόσεις εντός και εκτός της ΕΕ.
Μελετώντας τη διαβίωση των προγόνων μας στην Τουρκοκρατία και ειδικά της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, διαπιστώνουμε ότι αυτή ζώντας τότε σ΄ ένα κοσμοπολίτικο και πολυπολιτισμικό περιβάλλον, που ήταν από τα λίγα σχετικά θετικά στοιχεία των Αυτοκρατοριών και όμοιο όμως εν πολλοίς με αυτό της ΕΕ σήμερα, η κοινότητα αυτή της Πόλης κράτησε ζωντανή την πίστη και την πολιτισμική παράδοσή της μέχρι την επικράτηση του τουρκικού εθνικισμού κατά τη δεκαετία του 1910. Στο ιστορικό παράδειγμα της πορείας και των θρησκευτικών δικαιωμάτων των Ελλήνων της Πόλης από τη μια βλέπουμε την ανοχή και την αποδοχή που «προσφέρει» η πολυπολιτισμική κοινωνία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ήταν αντίγραφο της Βυζαντινής και από την άλλη την μηδενική ανοχή που δείχνει ο εθνικισμός στις θρησκευτικές και πολιτισμικές παραδόσεις και ο οποίος καταστρέφει τις ιδιαιτερότητες των μειονοτήτων, όπως αυτό έγινε από το 1910 και εξής.
Ο κοσμοπολιτισμός (η κοσμοπολιτεία) του παρελθόντος (Βυζάντιο, Οθωμανική Αυτοκρατορία), που δείχνει ανοχή στις πολιτισμικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες των λαών, σήμερα αναγκαστικά αφήνει τη θέση του στην παγκοσμιοποίηση. Η θετική όψη της παγκοσμιοποίησης στον τομέα των θρησκευτικών δικαιωμάτων είναι αναμφισβήτητη. Η παγκοσμιοποίηση είναι το «αντίδοτο στην εθνικοποίηση κάθε μορφής»[2], η οποία εθνικοποίηση με τη σειρά της οδηγεί στην περιστολή των θρησκευτικών δικαιωμάτων των λαών. Η παγκοσμιοποιημένη ΕΕ αναδεικνύεται ως κατεξοχήν χώρος θρησκευτικής ελευθερίας και ένα παράδειγμα για τις άλλες περιοχές του πλανήτη. Παλαιότερα είχαμε τον κοσμοπολίτη, τον πολίτη του κόσμου. Σήμερα έχουμε τον πολίτη, τον άνθρωπο που ζει μέσα στην παγκοσμιοποιημένη και πολυπολιτισμική κοινωνία της Ευρώπης και του κόσμου. Ο κοσμοπολίτης είναι πολίτης του κόσμου, είναι αυτός που αισθάνεται όλη την οικουμένη πατρίδα του, το ίδιο όπως και ο «παγκοσμιοποιημένος» πολίτης. Και τα δύο τα παραπάνω θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι και χριστιανικές αρετές. Διαβάζουμε στην επιστολή προς Διόγνυτον: «Για τους χριστιανούς κάθε ξένη χώρα είναι πατρίδα τους και κάθε πατρίδα την θεωρούν ξένη χώρα».
Σήμερα παγκοσμιοποιημένη κοινωνία σημαίνει μία κοινωνία ανοιχτή προς όλους τους ανθρώπους προς όλες τις θρησκείες, φυλές και γλώσσες. Είναι η κοινωνία που θα πρέπει να γίνονται σεβαστά τα ανθρώπινα και θρησκευτικά δικαιώματα των ανθρώπων, χωρίς διακρίσεις. Για μας τους χριστιανούς άλλωστε αυτή η υποχρέωση πηγάζει μέσα από την Καινή Διαθήκη, είναι η ίδια η υπόσταση της πίστης μας στο Θεό. Είναι η χριστιανική πίστη που αγαπά, που συνδιαλέγεται και που αποδέχεται.
Η παγκοσμιοποίηση έχει δαιμονοπιοιθεί από ορισμένους λαϊκούς και κληρικούς και από αρκετούς διανοούμενους της εποχής μας. Δε διαφωνώ ότι πρέπει να θεσπιστούν κανόνες στο παγκόσμιο εμπόριο για την άρση των ανισοτήτων και για την εξάλειψη της αθλιότητας από τον πλανήτη. Αυτό όμως που γίνεται σήμερα με τη μηδενιστική κριτική προς κάθε τι καινοτόμο, αλλά και η καθολική απόρριψη με βάση δήθεν την Πίστη και την Ορθοδοξία, είναι ακατανόητη.
Οι άνθρωποι που βλέπουν παντού «συνομωσίες» και «σκοτεινά κέντρα» έδιναν και δίνουν πάντα το παρόν:
1.Ο οικουμενισμός, ή καλύτερα η οικουμενική κίνηση κατηγορήθηκε κάποτε ότι τάχα ξεπουλάει την Ορθοδοξία στους δυτικούς και ότι τάχα είναι αίρεση. Έλεγε ότι σε λίγα χρόνια η Ορθοδοξία θα παραδοθεί στους ξένους και ότι πρέπει να είναι κλειστή στον εαυτό της δίχως ανοίγματα προς τις ετερόδοξες Εκκλησίες. Ο Οικουμενισμός δήθεν είναι έργο σκοτεινών δυνάμεων που απεργάζονται την καταστροφή της Ορθοδοξίας και του έθνους. Ποιο ήταν όμως το αποτέλεσμα; Θυσίασε κάτι η Ορθοδοξία; Τι έχασε από την αλήθεια της; Τι ξεπούλησε; Τι από αυτά που αναφέρθηκαν έγινε πραγματικότητα; Απολύτως τίποτα είναι η απάντησή μας. Θετικά: αμέτρητα: η Δύση, η χριστιανική κοινή γνώμη της Δύσης δεν γνώριζε την Ορθοδοξία, δεν ήξερε τίποτα για αυτήν. Με την οικουμενική κίνηση που με κόπο καλλιεργήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες επί δεκαετίες, έχουμε σήμερα το παρόν της Ορθόδοξης Εκκλησίας (φυσικά εδώ δεν εννοούμε μόνο την Ελληνική), με χιλιάδες πιστούς που φροντίζουν και καλλιεργούν τις παραδόσεις τους σε απόλυτη θρησκευτική ελευθερία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η τρίτη χριστιανική δύναμη της Ευρώπης. Η διαχριστιανική και η διορθόδοξη επαφή που ήταν άγνωστα μέχρι το ξεκίνημα της οικουμενικής κίνησης, σήμερα έχουν κάνει τεράστια πρόοδο. Δεν ήταν λοιπόν ο Οικουμενισμός μία συνομωσία των σκοτεινών δυνάμεων. «Μόνον δια του διαλόγου μπορεί να επέλθει συνεννόησις, συμφιλίωσις και καταλλαγή. Γι' αυτό και θα συνεχίσουμε ό,τι και αν μας λένε, όσο και να μας επικρίνουν, να διαλεγόμεθα και με τη Ρώμη και με την Αγγλικανική Εκκλησία και με το Π.Σ.Ε. και με την Παγκόσμια Λουθηρανική Ομοσπονδία και με τις λεγόμενες Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες, τους Αρμενίους, τους Κόπτας, τους Αιθίοπας κοκ. έως ότου έλθει η μεγάλη και επιφανής ημέρα της των πάντων ενώσεως για την οποία η Εκκλησία μας σε κάθε Ακολουθία της, συνεχώς, ανελλιπώς και αδιαλείπτως προσεύχεται όταν λέγει: "υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των Αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως...". Αυτό είναι μία από τις προτεραιότητές μας, από τους ιερούς σκοπούς μας, από τα ιδανικά και τους στόχους της διακονίας μας.»(Πατριάρχης Βαρθολομαίος, 7.7.2012, Ι.Ναός Αγίας Κυριακής Κοντοσκαλίου (Kumkapi) Κων/πόλεως.
2.Αυτές οι σκοτεινές και μυστικές δυνάμεις «εμφανίσθηκαν» και πάλι στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του 90. Εκεί σε χειρότερη μορφή. Ο πόλεμος φόρεσε το ένδυμα της Ορθοδοξίας. Παρουσιάσθηκε –και στα ελληνικά ΜΜΕ πάρα πολύ- ως πόλεμος θρησκευτικός, ως άμυνα για την πίστη, ως πόλεμος κατά των σκοτεινών δυνάμεων. Ονειρεύτηκαν ου πολλοί βαλκανικά απειλητικά τόξα. Γι’ αυτό στο όνομα της Ορθοδοξίας όλα ήταν πλέον επιτρεπτά. Η σφαγή αθώων πολιορκημένων στο Σαράγιεβο στο όνομα πολλές φορές της ορθοδοξίας, η θανάτωση 8000 χιλιάδων αλλόθρησκων στη Σρεμπρένιτσα. Τότε όλα ήταν επιτρεπτά. Για το τελευταίο άδικα κατηγορούνταν οι ομόθρησκοί μας, όλα μα όλα ήταν ψεύδη και συκοφαντίες της Δύσης. Αποτέλεσμα: πριν από λίγα χρόνια το βοσνιακό κοινοβούλιο των Σέρβων αναγνώρισε την γενοκτονία και ζήτησε συγγνώμη από τους μουσουλμάνους συμπολίτες τους.
3.Ακολούθησε λίγο πριν τη λήξη του 20ού αιώνα η πολεμική εναντίον της ΕΕ και αυτή πολλές φορές εξ ονόματος της Ορθοδοξίας. Η ΕΕ τάχα συγχωνεύει έθνη φυλές και γλώσσες, καταργεί σύνορα, παραδόσεις, ήθη, έθιμα, θρησκεία, εθνική ταυτότητα, γλώσσα. Ο παπισμός, απειλεί τάχα την Ορθοδοξία. Και ο μύθος αυτός κατέρρευσε. Πόσοι έλληνες ορθόδοξοι ασπάσθηκαν τον καθολικισμό; Ή ξέχασαν ή έχασαν τις ορθόδοξες παραδόσεις τους; Απολύτως κανένας. Πολλές χιλιάδες όμως καθολικών ασπάσθηκαν την Ορθοδοξία. Χάθηκε η γλώσσα μας; όχι, ίσα ίσα : είναι μία από τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ και όλα τα έντυπα κυκλοφορούν και στην Ελληνική. Στο Συμβούλιο της ΕΕ όλοι οι υπουργοί μιλούν στη γλώσσα τους. Χάθηκε η παράδοσή μας; όχι. Εκατοντάδες ορθόδοξες εκκλησίες και ζωντανές ενορίες υπάρχουν σήμερα στην ΕΕ. Πολλά εκατομμύρια δόθηκαν από την ΕΕ στις τοπικές εκκλησίες στη χώρα μας για ανακαίνιση Ιερών Μονών και Ναών, αλλά και για άλλους σκοπούς.
Δεν μπορώ να δεχτώ τη δαιμονοποίηση της Δύσης και να οραματίζομαι συνομωσίες. Και μόνο όταν αναλογίζομαι ότι οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι ξεκίνησαν από την Ευρώπη και ότι η ΕΕ τώρα συμφιλίωσε τους πρώην εχθρούς, αυτό και μόνο θα μου αρκούσε να αποδεχτώ απόλυτα την ένωση αυτή των λαών.
Αυτό που συνέβη με τις παραπάνω τρεις περιπτώσεις, συμβαίνει λίγο πολύ και σήμερα με μόνο το άκουσμα του όρου Παγκοσμιοποίηση. Έχει δαιμονοποιηθεί από πολλούς, είτε για τις αδικίες στο εμπόριο, είτε για το ότι απειλεί τη ιδιαιτερότητα του κάθε έθνους του κάθε λαού, είτε για το ότι επιφέρει την ομογενοποίηση και ανακάτεμα των θρησκειών. Πολλοί φοβούνται, αδίκως κατά τη γνώμη μας, τους οδοστρωτήρες της πολυπολιτισμικότητας που στο πέρασμά τους δε θα αφήσουν τίποτα όρθιο. Θα περιορίσουν την θρησκευτική έκφραση και ελευθερία εγκαθιδρύοντας μία παγκόσμια θρησκεία ή ένα κράμα των θρησκειών.
Είναι δυστυχώς και πάλι η θεωρία που θέλει την Ορθόδοξη Εκκλησία εγκλωβισμένη στην κλειστή λογική του ενός έθνους, στην λογική του εναγκαλισμού με άλλους θεσμούς και στη λογική της ύπαρξης των σκοτεινών κέντρων που προσπαθούν να την καταστρέψουν. Η Εκκλησία όμως είναι ένας αυτάρκης και αυτόνομος οργανισμός που μπορεί να επιβιώσει και χωρίς τη στήριξη κανενός άλλου θεσμού. Τα πρόσφατα παραδείγματα από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες που στάθηκαν στα πόδια τους επί δεκαετίες μέσα σε εχθρικό περιβάλλον και που τώρα δραστηριοποιούνται χωρίς τη στήριξη της κρατικής εξουσίας είναι εύγλωττα. (Αλβανία, Ρωσία, Βουλγαρία,Ρουμανία). Η ορθοδοξία είναι ανοιχτή στον κόσμο, δεν πρέπει να αυτοεγκλωβίζεται. Καμία από τις φοβίες που ανέφερα παραπάνω δε συμμερίζομαι και δεν μπορώ να τις ασπασθώ. Πιστεύω ότι οδηγούν σε απομονωτισμό και εθνικισμό και στη συνέχεια σε θρησκευτικό φανατισμό. Η Εκκλησία πρέπει να «χρησιμοποιήσει» την παγκοσμιοποίηση, τα θετικά της παγκοσμιοποίησης. Στην ουσία αυτό είναι κάτι το πανάρχαιο και εν πολλοίς γνωστό. Είναι αυτό που ήδη ήταν αυτονόητο και αυτό που ονομάζουμε οικουμενικότητα της Εκκλησίας. Αυτή η ορθόδοξη οικουμενικότητα της Εκκλησίας, που επέζησε στο πολυπολιτισμικό Βυζάντιο, αλλά και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, υφίσταται και σήμερα, αρκεί να την αναδείξουμε.
Η μετανάστευση, οι προσφυγιά, το άνοιγμα των συνόρων, αλλά και η παγκοσμιοποίηση μας οδήγησαν σ΄ ένα κόσμο διαθρησκειακό και πολυπολιτισμικό. Σ’ αυτό τον κόσμο όμως έζησε η Ορθοδοξία επί πολλούς αιώνες. Έζησε γιατί η συνύπαρξη είναι χριστιανική αρετή. Η Ορθοδοξία «επιβιώνει γιατί συμβιώνει» τονίζει ο σοφός καθηγητής Μάριος Μπέγζος. Εκεί που υπάρχει η αποδοχή του άλλου, του διαφορετικά σκεπτόμενου παύει να υπάρχει η μισαλλοδοξία. Εκεί πανηγυρίζει η θρησκευτική ελευθερία. Σήμερα η παγκοσμιοποίηση είναι η άλλη όψη του κοσμοπολιτισμού, μία άλλη όψη της Οικουμενικότητας. Είναι σαφώς το αντίθετο της εσωστρέφειας και του εθνικισμού. Είναι η γνώση του άλλου και όχι η απόρριψή του.
Ο σημερινός πιστός δεν πρέπει να φοβάται την παγκοσμιοποίηση γιατί αυτή βρίσκεται στην υπόσταση της πίστης μας σε άλλη μορφή, ως οικουμενικότητα. Πιστεύω ότι μέσα σε μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι δραστηριοποιούνται απόλυτα ελεύθερα και συνυπάρχουν με αμοιβαία αποδοχή και σεβασμό, σ’ αυτή την κοινωνία θα υπάρχει απόλυτος σεβασμός και των θρησκευτικών δικαιωμάτων. Η εσωστρέφεια δεν είναι ίδιον του Χριστιανισμού.
Η παγκοσμιοποίηση είναι αντίθετη προς την εθνικοποίηση η οποία μπορεί να οδηγήσει στον φυλετισμό, στην ξενοφοβία και στην απόρριψη της θρησκευτικής ελευθερίας και εν τέλει στην άρνηση της ελευθερίας του ατόμου. Η αποδοχή της ετερότητας του άλλου, ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου είναι βασικές χριστιανικές αρετές που παραμερίζονται πολλές φορές .
Η εκκλησία πρέπει να κάμνει πάντα το πρώτο βήμα της καταλλαγής και της συμφιλίωσης όλων των ανθρώπων. Η πίστη δε χάνεται, δε θυσιάζεται, δεν αλλοιώνεται με τη συμβίωση ανάμεσα σε ανθρώπους άλλων πολιτισμικών παραδόσεων. Χάνεται, καταστρέφεται όταν στα μάτια του άλλου δε βλέπω τον ίδιο το Θεό, το Χριστό που η θυσία του ήταν για όλο το γένος των ανθρώπων και όχι για μία φυλή και γλώσσα. Θέτοντας ως ορθόδοξος χριστιανός το δίλημμα στον εαυτό μου μεταξύ της παγκοσμιοποίησης και του εθνικισμού σαφώς διαλέγω το πρώτο.
,Αντώνιος Χατζόπουλος
Πολύ αξιόλογο, μπράβο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ αξιόλογο, μπράβο!
ΑπάντησηΔιαγραφή