bara

Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Ελληνικό κρασί: Προοπτική -Προβολή -Προώθηση


ΓΡΑΦΕΙ ο Παναγιώτης Τσέτουρας
      Γεωπόνος-Οινολόγος
 
Αρχίζω την εισήγηση μου δίνοντας λίγα στοιχεία για την παγκόσμια παραγωγή κρασιού, επειδή έχουν μεγάλη σημασία.
Παγκόσμια παραγωγή κρασιού τελευταίας δεκαετίας: 260 - 300 εκατομμύρια εκατόλιτρα κάθε χρόνο.
Αποθέματα δεκαετίας: 40-60 εκατομμύρια εκατόλιτρα κάθε χρόνο.
Τα αποθέματα δυσκολεύουν τη διακίνηση των κρασιών. Τα συμπτώματα φαίνονται παντού, ακόμα και στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία όπου τα κρασιά σημείωσαν πολύ μειωμένες τιμές για ένα και μόνο λόγο: «να αδειάσουν οι γεμάτες δεξαμενές».

Αν και η ΕΕ έδωσε ξανά άδειες για νέες φυτεύσεις στα μέλη, παρατηρούμε μια τάση προς την οριστική εγκατάλειψη των αμπελώνων ή πτώση των αποδόσεων. Η αιτία βρίσκεται στην ανισορροπία που έχει δημιουργηθεί στην αγορά, στη γνωστή σχέση ζήτησης και προσφοράς.
Η δραματική πτώση των τιμών των σταφυλιών είναι ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει τη συστολή των Ευρωπαϊκού αμπελώνα και τα πρώτα συμπτώματα του ίδιου φαινομένου αρχίζουν τώρα να φαίνονται και στα κράτη εκτός της ηπείρου μας.
Επίσης αν αναλύσουμε τα στοιχεία παραγωγής θα δούμε ότι η έκταση στις περιοχές παραγωγής επιτραπέζιων κρασιών μειώνεται σχεδόν με την ίδια ταχύτητα με εκείνες όπου παράγονται σταφύλια για κρασιά ΟΠΑΠ. Πάντως τη μεγαλύτερη μείωση στον Ευρωπαϊκό αμπελώνα εμφανίζουν οι περιοχές παραγωγής τοπικών οίνων.
Στους αμπελώνες των νέων κρατών της Ε.Ε. έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές και είναι δύσκολο να κάνουμε προβλέψεις. Σε μερικές περιοχές επενδύουν σοβαρά σε νέες εγκαταστάσεις ενώ σε άλλες προβαίνουν σε μεγάλες εκριζώσεις.
Η μεγαλύτερη μείωση εκτάσεων στα κράτη της «ΝΕΑΣ ΕΥΡΩΠΗΣ» γίνεται στους παλιούς αμπελώνες, φαινόμενο που το έχουμε ζήσει και στην ΕΛΛΑΔΑ στο παρελθόν.
Από το 2006 άρχισαν να συμμετέχουν στην παραγωγή και οι αμπελώνες που φυτεύτηκαν με τις άδειες που δόθηκαν από την ΕΕ το 2000.
Εν τω μεταξύ η Ισπανία με έναν νέο νόμο της επέτρεψε το πότισμα των αμπελώνων και οι Ισπανοί παραγωγοί έχουν προβεί σε σημαντικές επενδύσεις σε συστήματα υποστήριξης (παλαιότερα η μεγαλύτερη έκταση ήταν σε κύπελλα) και αναμένεται να αυξήσουν σημαντικά στην παραγωγή.
Σήμερα οι εμπειρογνώμονες εκτιμούν ότι η Ισπανία μέσα στα επόμενα χρόνια θα είναι διεθνώς ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος ανταγωνιστής των κρασιών του ΝΕΟΥ κόσμου.
Η αιτία αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής οινοστάφυλων από το 2000 και ύστερα είναι οι τεράστιες εκτάσεις που φυτεύτηκαν στο νότιο ημισφαίριο και στις ΗΠΑ μετά το 1990.
Σήμερα φαίνεται ότι τα πράγματα αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν. Η Αυστραλία με μια ετήσια παραγωγή κρασιού γύρω στα 13 εκατ. HL και με επιτυχημένες εξαγωγές προς Ευρώπη και ΗΠΑ, αναγκάζεται να μειώσει τις τιμές, λόγω σημαντικών αποθεμάτων και λόγω της μείωσης που εμφανίζει η κατανάλωση στην εσωτερική αγορά της. Έτσι οι νέες φυτεύσεις στη χώρα τους σημείωσαν κάμψη.
Την ίδια εικόνα έχουμε και στην Αργεντινή που είναι πλέον η 5η δύναμη στην παραγωγή του κρασιού. Μια πτώση των τιμών και φρένο στις νέες φυτεύσεις είναι τα χαρακτηριστικά της τελευταίας τριετίας .
Εξαίρεση αποτελούν η Χιλή και η Νότια Αφρική, οι επιτυχημένες εξαγωγές των οποίων οδηγούν σε νέες φυτεύσεις αμπελώνων.
Γενικά η συνολική έκταση των αμπελώνων εκτός Κοινότητας σημείωσε μια μικρή αύξηση από τις αρχές του 2005 και θα πρέπει να τονίσουμε πως στα κράτη αυτά ακόμη δεν έχει παρατηρηθεί το Ευρωπαϊκό φαινόμενο της μαζικής εγκατάλειψης των αμπελώνων.
Για την Ασιατική ήπειρο είναι νωρίς και μάλλον δύσκολο να έχουμε μια πλήρη εικόνα για τον παγκόσμιο αμπελώνα. Τα στοιχεία που συγκεντρώνονται από την Ασιατική ήπειρο κάθε άλλο παρά αξιόπιστα είναι.
Ένα είναι σίγουρο. Η μέχρι τώρα κατεύθυνση του Ασιατικού αμπελώνα προς το επιτραπέζιο σταφύλι και τη σταφίδα, αλλάζει προς τις οινοποιήσιμες ποικιλίες, ειδικά στην Κίνα. Αντιλαμβάνεται ο καθένας τι σημαίνει αυτό για την Ευρώπη.
Φαίνεται ότι τα αποθέματα που αναπόφευκτα προστίθενται σε εκείνα των προηγούμενων ετών, δυσκολεύουν τη διακίνηση του κρασιού παγκόσμια.
Η απόσταξη κρίσης και τα βιοκαύσιμα από αμπελοοινική αλκοόλη δεν είναι λύση, επειδή τα οικονομικά οφέλη προς τους παραγωγούς είναι ελάχιστα.
Σε κρίση βρίσκεται πλέον η αγορά του κρασιού. Οι λόγοι είναι κυρίως οικονομικοί, αν και συμβάλλουν σε αυτό η παγκοσμιοποίηση και τα κρασιά εισαγωγής του νέου κόσμου, που έρχονται φθηνότερα από τα Ευρωπαϊκά, ο μεγάλος αριθμός των Ελληνικών ετικετών που προκαλεί σύγχυση στον καταναλωτή και οι τιμές των κρασιών, που είναι υψηλές, συχνά και σε σχέση με την ποιότητα τους, πράγμα για το οποίο ευθύνονται, ανάμεσα σε άλλα και τα εστιατόρια. Σήμερα ζητείται και πωλείται, τόσο φθηνότερο, όσο και λιγότερο κρασί.
Στην Αργεντινή η τιμή ενός μέτριου εμφιαλωμένου κρασιού αντίστοιχου του Ελληνικού είναι 1,5 - 2 ευρώ.
Η σχέση τιμής - ποιότητας ωστόσο θα μπορούσε να τοποθετηθεί με άριστα το 10, γύρω στο 7 – 8 και στην Ελλάδα, παρόλο που τα κρασιά εκεί είναι φθηνότερα.
Στη Χιλή η ποιότητα δεν απέχει πολύ από την Ελληνική πραγματικότητα , αλλά τα κρασιά της εξάγονται σε ασύγκριτα πολύ πιο χαμηλές τιμές. Στην Ν. Αφρική οι δημοφιλείς ποικιλίες καμπερνέ, μερλό, σαρντονέ, πουλάνε 2,7 - 3 ευρώ /φιάλη.
Η αρμόδια επίτροπος δηλώνει πως οι Ευρωπαίοι παραγωγοί κρασιού πρέπει να απλοποιήσουν τις ετικέτες και να προσφέρουν κρασιά πιο προσιτά στον καταναλωτή, εάν θέλουν να κερδίσουν το χαμένο έδαφος στη διεθνή αγορά.
Παρατηρώντας την επιτυχία των κρασιών από το ΝΕΟ κόσμο που φέρουν την απλή επιγραφή της ποικιλίας ή του στυλ του κάθε κρασιού, δεν μπορούμε να μην παραδεχθούμε ότι προσελκύουν τον απλό καταναλωτή.
Την τελευταία δεκαπενταετία τα Χιλιανά και τα Αυστραλέζικα κρασιά αύξησαν τις εισαγωγές τους προς την ΕΕ κατά 20 φορές και σε μεγάλο βαθμό αυτό υποστηρίχθηκε από την ευθύβολη, απλή και κατανοητή σήμανση στις ετικέτες τους, οι οποίες έδωσαν στον καταναλωτή που αναζητούσε μια συγκεκριμένη ποικιλία, μια απλή λύση.
Τα Γαλλικά κρασιά με τις πολλές ονομασίες προέλευσης και τις πολλές ετικέτες έχουν προκαλέσει σύγχυση στον καταναλωτή ο οποίος δεν γνωρίζει πολλά για το κρασί.
Η προέλευση ήταν πάντα ελκυστικότερη από την αναφορά της ποικιλίας και παρατίθεται στην ετικέτα, είτε με τη μορφή ενός τοπωνύμιου (όπως π.χ. συνηθίζεται στην περιοχή της Βουργουνδίας), είτε με την ονομασία μιας μάρκας (που συχνά κρύβεται πίσω από το όνομα ενός σατώ), είτε τέλος με τη χρήση του ονόματος ενός κτήματος ή ενός ιδιοκτήτη εν ζωή ή όχι (όπως συμβαίνει στο Μπορντό).
Όποιος ζει στον αμπελουργικό χώρο της Γαλλίας γνωρίζει πολύ καλά τους αμπελώνες, όπου καλλιεργείται ένα μικρό ποσοστό βελτιωτικών ποικιλιών γειτονικά με την κύρια ποικιλία.
Γι’ αυτό καλλιεργούνται για παράδειγμα σε διάφορα μέρη της Αλσατίας μοσχάτα λευκά δίπλα στην κυρίαρχη ποικιλία ρίσλινγκ. Αυτή η πρακτική εξηγεί και τις εκάστοτε γευστικές εκπλήξεις που απαντώνται σε κρασιά διαφόρων ονομασιών προέλευσης, κατά παράβαση της νομοθετικά καταχωρημένης σύνθεσής τους, ακόμα και στην περιοχή της Βουργουνδίας όπου εφαρμόζεται συστηματικά η μονο-ποικιλιακή καλλιέργεια.
Δεν κάνουμε όμως και εμείς το ίδιο με το ξινόμαυρο στη Νάουσα για τη βελτίωση του.
Όλοι οι σοβαροί οινοπαραγωγοί που έχουν τη φιλοδοξία να επιτύχουν στο εξωτερικό, επιζητούν την παραπάνω τακτική, αλλά εμποδίζονται από τη δημόσια διοίκηση, που αποδεικνύεται αγκυλωμένη και παραδόξως πιέζεται από ορισμένους οινοπαραγωγούς που πιστεύουν ότι περιφρουρούν ένα θησαυρό, που όμως έχει προ πολλού πάψει να υπάρχει.
Οι Ελληνικές ποικιλίες έχουν μέλλον και μπορούν να δώσουν το στίγμα τους στη σημερινή παγκόσμια αγορά με επιτυχία. Υπάρχει ένα πλήθος ποικιλιών που ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΡΕΥΝΗΘΕΙ ΑΚΟΜΑ.
Σήμερα υπάρχει μια συζήτηση για τα τυπικά κρασιά «περιοχής». Από την άλλη μεριά η φήμη της Ελλάδας είναι μεγάλη και η πολιτισμική της κληρονομιά είναι γνωστή σ’ όλο τον κόσμο. Είναι επίσης μία χώρα με ένα πολύ ισχυρό τουριστικό θέλγητρο και με μια ενδιαφέρουσα και ιδιαίτερη γαστρονομία.
Όλα αυτά τα στοιχεία είναι ευνοϊκά για την εμπορική ανάπτυξη των Ελληνικών κρασιών από γηγενείς ποικιλίες, εφόσον αυτά είναι καλής ποιότητας. Η ποιότητα αυτή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το πολλαπλασιαστικό υλικό, την κλωνική επιλογή, την ορθολογική καλλιέργεια, την εκμετάλλευση των οικοσυστημάτων και του δυναμικού της κάθε ποικιλίας. Ακόμη πρέπει να δημιουργήσουμε νέες ποικιλίες με διασταυρώσεις αξιόλογων γνωστών ποικιλιών όπως έκαναν οι Γάλλοι με τις δικές τους ποικιλίες που κατέληξαν να γίνουν διεθνείς. Στην Ελλάδα υπάρχει πλούσιο γενετικό υλικό, χιλιάδων ετών και είναι κρίμα εάν δεν το αξιοποιήσουμε.
Η δημιουργία υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού και η κλωνική επιλογή των κυριότερων γηγενών ποικιλιών της πατρίδας μας, αποτελούν την αφετηρία στον αγώνα για τη δημιουργία κρασιών υψηλής ποιότητας.
Όλοι αναγνωρίζουν πλέον ότι το καλό κρασί γεννιέται στο αμπέλι, αλλά δυστυχώς η συζήτηση για το μέλλον του Ελληνικού κρασιού συνεχίζει να περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από θέματα MARKETING, αφήνοντας τους ελάχιστους επιστήμονες που ασχολούνται σοβαρά με το αμπέλι, μόνους και έρημους.
Το Ινστιτούτο Αμπέλου της Λυκόβρυσης είναι παροπλισμένο εδώ και χρόνια και το Ινστιτούτο Οίνου υπολειτουργεί με ελάχιστους ειδικούς επιστήμονες.
Τελευταία, αξιόλογη είναι η προσπάθεια του καθ. κ. Σουφλερού στη ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ του Α.Π.Θ. που άρχισε έρευνα για τις γηγενείς ποικιλίες της Θράκης, με απόφαση του ΥΠ.Α.Α.Τ.
Η Ελλάδα έχει τις περισσότερες λευκές ποικιλίες από όλες τις χώρες του κόσμου. Στις λευκές Ελληνικές ποικιλίες προστίθενται και αξιόλογες ερυθρές ποικιλίες. Ξεχωρίζουμε τις παρακάτω:

Α. ΕΡΥΘΡΕΣ

ΑΓΙΩΡΓΙΤΙΚΟ

ΞΙΝΟΜΑΥΡΟ

ΜΑΥΡΟΥΔΙ

ΜΑΥΡΟΤΡΑΓΑΝΟ

ΜΑΥΡΑΘΗΡΟ

ΜΟΣΧΟΜΑΥΡΟ

ΒΕΡΤΖΑΜΙ

ΛΗΜΝΙΟ

ΛΗΜΝΙΩΝΑ

ΜΑΥΡΟΔΑΦΝΗ

ΜΑΥΡΟΦΙΛΕΡΟ

ΜΑΝΔΗΛΑΡΙ


ΚΟΤΣΙΦΑΛΙ


ΛΙΑΤΙΚΟ


ΜΥΡΩΔΑΤΟ


ΦΩΚΙΑΝΟ


ΘΡΑΚΙΩΤΙΚΟ


Β. ΛΕΥΚΕΣ


ΑΣΥΡΤΙΚΟ


ΑΘΗΡΙ


ΒΗΛΑΝΑ


ΘΡΑΨΑΘΗΡΙ


ΛΑΓΟΡΘΙ


ΜΑΛΑΓΟΥΖΙΑ


ΖΟΥΜΙΑΤΗΣ


ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ


ΜΟΣΧΑΤΟ ΛΕΥΚΟ


ΜΟΣΧΑΤΟ ΑΛΕΞ/ΔΡΕΙΑΣ


ΠΡΕΚΝΙΑΡΙΚΟ


ΡΟΔΙΤΗΣ


ΡΟΜΠΟΛΑ


ΣΑΒΒΑΤΙΑΝΟ


ΜΟΣΧΟΦΙΛΕΡΟ


ΚΥΔΩΝΙΤΣΑ


ΝΤΕΜΠΙΝΑ

Οι πρωτόγνωρες Ελληνικές ποικιλίες, η ποιότητα και η ασφάλεια, η πιστοποίηση των προϊόντων, η βιολογική καλλιέργεια, η σωστή συσκευασία και η επικοινωνία, πρέπει να είναι μόνιμος οδηγός μας, για να εδραιώσουμε όλοι μαζί το Ελληνικό κρασί.
Είναι καιρός να ξεφύγουμε από την πεπατημένη των ποικιλιών καμπερνέ, μερλό, σαρντονέ, σοβινιόν, γιατί αυτές οι ποικιλίες καλλιεργούνται πλέον σε όλο τον κόσμο. Πρέπει να παράγουμε κάτι διαφορετικό.
Ουσιαστικός στόχος θα πρέπει να είναι η αξιοποίηση και η ανάδειξη των γηγενών ποικιλιών και η δημιουργία κρασιών που είναι εξευγενισμένα, συμπαγή και μαλακά και με χαρακτήρα Ελληνικό που να ξεχωρίζουν για την τυπικότητα της ιδιαίτερης περιοχή τους.
Εκτός από τα ποικιλιακά, θα μπορούσαν να είναι και χαρμάνια με βελτιωτικές ποικιλίες. Να διαλέξουμε ποικιλίες με εύκολα αναγνωρισμένο αρωματικό δυναμικό και η οινοποίηση τους να έχει γνώμονα τα αρώματα στόματος, περισσότερο από αυτά μιας εκρηκτικής μύτης, χωρίς τη βαριά βαρελίσια αίσθηση ακόμη και για τα ερυθρά. Με αυτό τον τρόπο θα ξεχωρίσουν τα Ελληνικά κρασιά στην παγκόσμια αγορά.
Ειδικά σήμερα ας είμαστε κατά της φιλοσοφίας ισοπέδωσης των γεύσεων από τις 4-5 γνωστές διεθνείς ποικιλίες.
Θα πρέπει να αναγάγουμε το κρασί σε εθνικό προϊόν και να προσέξουμε την ποιότητα. Δεν μπορούμε όμως να έχουμε ποιότητα με 1200 κιλά/στρέμμα Αγιωργίτικο και 1000 κιλά /στρέμμα Ξινόμαυρο και μάλιστα ΟΠΑΠ.
Η μεταβολή του κλίματος προς θερμότερα και με λίγες βροχές καλοκαίρια, θα έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή σταφυλιών που θα μας δώσουν από ποικιλίες δύσκολες, όπως το ξινόμαυρο, κρασί με βαθύ ερυθρό χρώμα, σχεδόν μαύρο, αναπτυγμένο άρωμα και γεύση πιο γεμάτη και αρωματική.
Για το κρασί της Νάουσας, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των παλαιότερων, έλεγαν πως «το δένεις στο μαντήλι», δείχνοντας πόσο παχύ, εύρωστο, αδρό και σωματώδες ήταν, έχοντας ανάγκη την παλαίωση, αλλά η στρεμματική απόδοση τότε έφθανε τα 400 κιλά. Και κυρίως ήταν μικρή η παραγωγή ανά φυτό, επειδή η καλλιέργεια ήταν σε κύπελλο.
Φυσικά πρέπει να γίνει μια πλήρης αναθεώρηση του τρόπου καλλιέργειας για να πάμε σε μικρό φορτίο ανά φυτό.
Το να αφήνουμε το φυτό να τρέχει και μετά να κάνουμε «πράσινο τρύγο» στο 70% για να λέμε ότι κατεβάσαμε το φορτίο, δεν έχει νόημα.
Σημαντικά ερωτήματα που μπαίνουν εδώ είναι η επιλογή της τοποθεσίας του αμπελώνα, η διαχείριση του φυλλικού τοιχώματος, η πορεία ωρίμασης των φαινολικών ουσιών και η σχέση με το υδατικό στρες
Το ποιοτικό πότισμα θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο εργαλείο, ενώ μάλλον θα υπάρχει όφελος από τις πυκνότερες φυτεύσεις .
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις το κρασί μας θα ήταν ένα ποιοτικό υπέρ-συμπυκνωμένο κρασί.
Το μέλλον του Ελληνικού κρασιού είναι άρρηκτα δεμένο με το μέλλον των ανθρώπων του, των περιοχών του και φυσικά των γηγενών ποικιλιών του .
Η επιτυχία μας θα είναι μεγαλύτερη εάν υπάρχει ανοιχτή επικοινωνία και ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού.
Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα ανοιχτής επικοινωνίας με τον καταναλωτή κρασιού στην Καλιφορνία των ΗΠΑ.
Ένας παραγωγός της ποικιλίας ΖΙΝΦΑΝΤΕΛ στην Καλιφόρνια, κυκλοφορούσε τα κρασιά αυτής της ποικιλίας με οπίσθιες ετικέτες που είχαν κείμενο αρκετών εκατοντάδων λέξεων και εξηγούσε με εκπληκτική λεπτομέρεια την προσέγγιση του στο συγκεκριμένο κρασί, στη συγκεκριμένη χρονιά παραγωγής.
«Στο αμπέλι περιμέναμε τις τανίνες να φθάσουν στο βαθμό ιονισμού που θέλαμε. Αυτό δεν ήταν δυνατό, επειδή το υδατικό στρες ήταν πολύ μεγάλο, έτσι αποφασίσαμε να περιμένουμε. Στον οινοποιητή που εκχυλίζαμε τα παλαιά κτήματα, λόγω χαμηλότερου pΗ, αποφασίσαμε να κρατήσουμε τη θερμοκρασία στους 18ο C για πέντε μέρες (με πέδιλα–pigeage) και μετά ανεβάσαμε στους 25ο C, ενώ αρχίσαμε να κάνουμε ανακύκλωση μια φορά την ημέρα για πέντε ακόμη μέρες. Το 25% του κρασιού μπήκε σε καινούργια βαρέλια από την Πενσυλβάνια, ενώ το υπόλοιπο πέρασε σε βαρέλια από το Μισούρι, τρίτου γεμίσματος. Στο δεύτερο κομμάτι βάλαμε και 11% Καρινιάν για να δώσουμε λίγη φρεσκάδα στο υπερώριμο σταφύλι».
Φυσικά από κοντά ο παραγωγός ήταν πρόθυμος να δώσει πολύ περισσότερες πληροφορίες.
Από την άλλη, στη χώρα μας έχουμε συχνά τη μεσαιωνική αντίληψη των κρυφών κλώνων, των μυστικών ποικιλιών και των απόκρυφων οινολογικών τεχνικών.
Marketing

Σε μία εποχή σκληρού ανταγωνισμού με επιθετικές κινήσεις από το εξωτερικό, καθώς και πληθώρας ετικετών και επιχειρήσεων, θα περίμενε κανείς από την Ελληνική βιομηχανία κρασιού περισσότερες πρωτοβουλίες και μεγαλύτερες επενδύσεις στην προβολή και προώθηση του κρασιού. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει αφού, αν εξαιρέσουμε ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου και ελάχιστους λιανοπωλητές, δεν υπάρχει σημαντική και συχνή διαφημιστική παρουσία του κρασιού στα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα.
Η εξήγηση είναι μάλλον γνωστή σε όσους παροικούν τον κλάδο.
Από τη μια μεριά απουσιάζει από την Ελληνική βιομηχανία κρασιού η κουλτούρα του συγχρόνου marketing, το οποίο επιτάσσει συχνή και εντατική διαφημιστική παρουσία, ενώ από την άλλη τα οικονομικά των παραγωγικών επιχειρήσεων και το μέγεθος της Ελληνικής αγοράς δεν ευνοούν μακρόπνοες διαφημιστικές καμπάνιες.
Είναι όμως αλήθεια ότι χρόνο με το χρόνο, όλο και περισσότεροι παραγωγοί αναγνωρίζουν την αξία της διαφημιστικής προβολής στα κεντρικά μέσα και επενδύουν αυξανόμενα κονδύλια, είτε σε προϊοντική διαφήμιση, είτε σε εταιρική διαφήμιση ή σε διαφήμιση κύρους .
Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι ακόμα κι έτσι, το κρασί εξακολουθεί να είναι ο «φτωχός συγγενής», αφού η ίδια διαφημιστική δαπάνη της κατηγορίας δεν αντιπροσωπεύει παρά το 3,7% της συνολικής δαπάνης των αλκοολούχων ποτών .
Επιβάλλεται να μπει το Ελληνικό κρασί και πάλι στο Ελληνικό τραπέζι.
Να περάσουμε και στη μικρή συσκευασία των 187ml
Οι μικρές συσκευασίες είναι μόδα στις ΗΠΑ.
Οι μικρές συσκευασίες πωλούνται σε πακέτα των τεσσάρων φιαλών, προκειμένου στο σύνολο τους να αθροίζουν συνολικά 750ml, ποσότητα που αποτελεί το περιεχόμενο μιας κλασικής φιάλης κρασιού.
Ο Τσάρλς Μπήλερ ιδρυτής της εταιρίας συσκευασιών, μετά την επιτυχία που γνώρισε η εταιρία του, δήλωσε ότι: η κλασική συσκευασία των 750 ml φαίνεται ότι υπήρξε τροχοπέδη για την ανάπτυξη της αγοράς του κρασιού.
Η μικρή συσκευασία είναι η τάση που ανοίγει νέες αγορές, επειδή οι φιάλες αυτές λόγω των σημείων πώλησης τους απευθύνονται κυρίως στους νέους που είναι η νέα αγορά, στην οποία έπρεπε οι οινοπαραγωγοί να επιδιώξουν να γίνουν γνωστοί με προωθητικές ενέργειες.
Οι νέοι προτιμούν κρασιά λευκά και νουβό. Τα κρασιά πρώιμης κατανάλωσης προσφέρονται σε μπαρ καθώς τα ελαφρά αρώματά τους τα αποσυνδέουν από τα κλασικά ερυθρά κρασιά που συνήθως συνοδεύουν το φαγητό.
Από την άλλη μεριά είναι δύσκολο ακόμη για τους νέους να εκτιμήσουν ότι τα κρασιά υφίστανται τη διαδικασία της παλαίωσης, κατά την οποία αναπτύσσουν ιδιαίτερα γευστικά χαρακτηριστικά, που γίνονται αντιληπτά μόνο από εξασκημένους ουρανίσκους .
Η μύηση των νέων στην κουλτούρα του κρασιού αποτελεί θεμελιώδη παράγοντα για τη βιωσιμότητα του οινοποιητικού κλάδου.
Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι το Ελληνικό κρασί χρειάζεται ΠΟΙΟΤΗΤΑ - ΠΟΙΟΤΗΤΑ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ.
ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΕΩΤΕΕ – ΞΑΝΘΗ / ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΕΤΟΥΡΑΣ


ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΣΙ: ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ-ΠΡΟΒΟΛΗ-ΠΡΟΩΘΗΣΗ

1 σχόλιο: