Μνήμες από την 14η Μαΐου 1920
Με την ευκαιρία της 93ης επετείου από την απελευθέρωση της πόλης, παραθέτουμε απόσπασμα από την συνέντευξη του αείμνηστου Αθανασίου Μανιά, που έζησε τα γεγονότα ως Πρόσκοπος της πρώτης Προσκοπικής ομάδας του Δεδέαγατς, μαζί με οκτώ (8) συλλεκτικές φωτογραφίες από το ιστορικό αυτό γεγονός.
«…….Το πρωί, στις 13 Μαΐου του 1920, ημέρα Τετάρτη, μας έστειλαν από το σχολείο στα σπίτια μας για να βάλουμε τις προσκοπικές μας στολές, προκειμένου να παραστούμε σε μια τελετή υποστολής της γαλλικής και της έπαρσης της ελληνικής σημαίας. Συγκεντρωθήκαμε στο προαύλιο του σχολείου μας, συνταχθήκαμε και από εκεί με βήμα καμαρωτό, ζωηροί, ευθαλείς, (ήμασταν καμιά πενηνταριά), με αδιάκοπα σαλπίσματα και τυμπανοκρουσίες, πορευθήκαμε προς το σημερινό ταχυδρομείο, το οποίο τότε ήταν το διοικητήριο των διασυμμαχικών δυνάμεων κατοχής της πόλης. Εμπρός από το διοικητήριο αυτό και σε απόσταση 6-7 μέτρων υπήρχε ένας πανύψηλος ιστός πάνω στον οποίο κυμάτιζε η τρίχρωμη σημαία της Γαλλίας. Τέσσερα - πέντε βήματα μετά από τον ιστό ήταν παραταγμένο ένα απόσπασμα του αποικιακού γαλλικού στρατού, από Σενεγαλέζους. Μεταξύ του αριστερού της παρατάξεως και της γωνίας του κτιρίου είχαν παραταχθεί καμιά δεκαπενταριά Έλληνες χωροφύλακες της διασυμμαχικής δύναμης και οι επίσημοι της πόλης, ο δήμαρχος, ο δεσπότης, οι εκπαιδευτικοί, οι προϊστάμενοι και οι υπάλληλοι των υπηρεσιών της διασυμμαχικής κατοχής. Στην ανατολική πλευρά μεταξύ του δεξιού της παρατάξεως της στρατιωτικής δυνάμεως και της δυτικής γωνίας του κτιρίου είχε παραταχθεί η προσκοπική μας ομάδα. Αμέσως μετά το πέρας αυτής της παρατάξεως, βγήκε από το κτίριο ο Γάλλος αξιωματικός, διοικητής των διασυμμαχικών δυνάμεων κατοχής, συνοδευόμενος από τους επιτελείς του. Και υπό τους ήχους των σαλπίγγων, την παρουσίαση όπλων εκ μέρους του στρατιωτικού αποσπάσματος και των χωροφυλάκων και των κονταριών από την ομάδα μας. Και ενώ ο Γάλλος διοικητής και οι περί αυτόν αξιωματικοί, σε στάση προσοχής, χαιρετούσαν συντεθλιμμένοι, έγινε η υποστολή της γαλλικής σημαίας. Με την ίδια ακριβώς διαδικασία ακολούθησε η έπαρση της ελληνικής σημαίας. Μετά το πέρας της σύντομης αυτής τελετής, τα τμήματα και οι επίσημοι αποχώρησαν. Και όταν εξαφανίσθηκαν όλοι, δεν ακούστηκαν ζητωκραυγές, δεν ακουστήκαν επευφημίες. Λαός δεν υπήρχε γιατί ήταν τόσο ξαφνικό. Αν και πληροφορήθηκα μετά ότι από οκταημέρου ήταν γνωστή ότι θα γινόταν μια τέτοια κίνηση, προετοιμαζόταν δηλαδή εδώ στη πόλη οι αρχές. Αλλά όλα αυτά ήταν απόρρητα, όχι απλά εμπιστευτικά. Αυτά έγιναν γύρω στις δέκα το πρωί….…… Στις 13 Μαΐου 1920 δεν υπήρχε ελληνικός στρατός στη πόλη, παρά μόνο 15 χωροφύλακες υπαγόμενη στον Γάλλο Διοικητή. Σύμφωνα με τις διαταγές των συμμάχων και τις οδηγίες του Στρατηγού Σαρπή, έπρεπε να αποχωρήσουν τα γαλλικά στρατεύματα πρώτα από τις θέσεις που κατείχαν στη Δυτική Θράκη και να επακολουθήσει μετά η κατάληψη των θέσεων αυτών από τον ελληνικό στρατό εντός του επόμενου εικοσιτετραώρου. Οι Γάλλοι έφυγαν στις 13 και τότε έγινε η τελετή υποστολής της γαλλικής σημαίας και η έπαρση της ελληνικής. Εκείνο το βράδυ, η Αλεξανδρούπολη, το Δεδέαγατς τότε, έμεινε αφύλακτο διότι έφυγαν τα γαλλικά στρατεύματα, ελληνικός στρατός δεν υπήρχε και ήταν εκτεθειμένο στους κινδύνους προκρίσεως ταραχών από τους Κομιτατζήδες. Και για αυτό την ίδια μέρα συγκροτήθηκε μια ομάδα πολιτοφυλάκων από τους προκρίτους και τους πιο ενεργούς πολίτες της Αλεξανδρούπολης τότε, οι οποίοι όλο εκείνο το βράδυ φύλαγαν όλα τα κύρια σημεία της πόλεως και ιδιαίτερα τη μάνα του νερού όπως τη λέγαμε τότε, το υδραγωγείο, για να αποτρέψουν τον κίνδυνο δηλητηριάσεως των υδάτων. Φαντάζεστε την απορία μου, όταν την επομένη, στις 14 το πρωί, είδα τον πατέρα μου να επιστρέφει με το «μάλιχερ» στο χέρι και τα «αποσικλίκια» στο στήθος. Αυθόρμητα οργανώθηκαν οι πολιτοφύλακες για να μη μείνει ένα βράδυ αφύλακτη η Αλεξανδρούπολη και κινδύνευε από τους κομιτατζήδες, οι οποίοι γύρευαν ευκαιρία για να δημιουργήσουν προβλήματα στην Ελληνική διοίκηση.
……Από τα ξημερώματα, στη θάλασσα μπροστά στο λιμενίσκο τότε του Δεδέαγατς, κατέπλευσε η νηοπομπή η οποία μετέφερε από τον κόλπο των Ελευθερών την μεραρχία υπό τον στρατηγό Κωνσταντίνο Μαζαράκη – Αινιάν και άρχισε η αποβίβαση σε μια ξύλινη προβλήτα που είχε ετοιμαστεί πριν από λίγες μέρες. Για αυτό αναφέρω ότι ήταν ίσως γνωστό στους επισήμους, ότι κάτι θα συνέβαινε στη πόλη εκείνες τις ημέρες. Είχε προετοιμασθεί η προβλήτα αυτή από τον διοικητή μηχανικού των δυνάμεων της διασυμμαχικής κατοχής, τον μηχανικό Παπαλεονάρδο, τον οποίο είχε διορίσει ο Βαμβακάς στη θέση αυτή προ καιρού μαζί με τους άλλους Έλληνες υπαλλήλους που διόρισε στις υπηρεσίες της διασυμμαχικής κατοχής. Κυρίως για την αποβίβαση του πυροβολικού και των οχημάτων της μεραρχίας. Στην παραλία είχε συγκεντρωθεί βέβαια κόσμος, ο οποίος, ενθουσιώδης και χαρούμενος, παρακολουθούσε την αποβίβαση του στρατού, ο οποίος όμως δεν έμεινε στην Αλεξανδρούπολη, αλλά προωθήθηκε προς το εσωτερικό για να καταλάβει άλλα επίκαιρα σημεία της σιδηροδρομικής γραμμής προς τον Πόταμο, Φέρετσικ κ.λ.π.
Κατά τις 10 το πρωί αποβιβάσθηκε και ο Διοικητής της μεραρχίας Κ. Μαζαράκης – Αινιάν και συνοδευόμενος από τους Δημογέροντες, τους επισήμους, τον Δεσπότη και τον Δήμαρχο, που είχαν πάει να τον υποδεχθούν στο καράβι και όλοι μαζί κατευθύνθηκαν στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, όπου εψάλλει ευχαριστήριος δοξολογία με τον χοροστατούντα τότε Μητροπολίτη Αργυροκάστρου, αφού ο Ιωακείμ, έλλειπε, ήταν Συνοδικός. Μετά την δοξολογία επακολούθησε δεξίωση στο Μητροπολιτικό Μέγαρο κατά την οποία υπεγράφη και το πρακτικό για την απελευθέρωση της πόλης από τον Ελληνικό στρατό….».
Με την ευκαιρία της 93ης επετείου από την απελευθέρωση της πόλης, παραθέτουμε απόσπασμα από την συνέντευξη του αείμνηστου Αθανασίου Μανιά, που έζησε τα γεγονότα ως Πρόσκοπος της πρώτης Προσκοπικής ομάδας του Δεδέαγατς, μαζί με οκτώ (8) συλλεκτικές φωτογραφίες από το ιστορικό αυτό γεγονός.
«…….Το πρωί, στις 13 Μαΐου του 1920, ημέρα Τετάρτη, μας έστειλαν από το σχολείο στα σπίτια μας για να βάλουμε τις προσκοπικές μας στολές, προκειμένου να παραστούμε σε μια τελετή υποστολής της γαλλικής και της έπαρσης της ελληνικής σημαίας. Συγκεντρωθήκαμε στο προαύλιο του σχολείου μας, συνταχθήκαμε και από εκεί με βήμα καμαρωτό, ζωηροί, ευθαλείς, (ήμασταν καμιά πενηνταριά), με αδιάκοπα σαλπίσματα και τυμπανοκρουσίες, πορευθήκαμε προς το σημερινό ταχυδρομείο, το οποίο τότε ήταν το διοικητήριο των διασυμμαχικών δυνάμεων κατοχής της πόλης. Εμπρός από το διοικητήριο αυτό και σε απόσταση 6-7 μέτρων υπήρχε ένας πανύψηλος ιστός πάνω στον οποίο κυμάτιζε η τρίχρωμη σημαία της Γαλλίας. Τέσσερα - πέντε βήματα μετά από τον ιστό ήταν παραταγμένο ένα απόσπασμα του αποικιακού γαλλικού στρατού, από Σενεγαλέζους. Μεταξύ του αριστερού της παρατάξεως και της γωνίας του κτιρίου είχαν παραταχθεί καμιά δεκαπενταριά Έλληνες χωροφύλακες της διασυμμαχικής δύναμης και οι επίσημοι της πόλης, ο δήμαρχος, ο δεσπότης, οι εκπαιδευτικοί, οι προϊστάμενοι και οι υπάλληλοι των υπηρεσιών της διασυμμαχικής κατοχής. Στην ανατολική πλευρά μεταξύ του δεξιού της παρατάξεως της στρατιωτικής δυνάμεως και της δυτικής γωνίας του κτιρίου είχε παραταχθεί η προσκοπική μας ομάδα. Αμέσως μετά το πέρας αυτής της παρατάξεως, βγήκε από το κτίριο ο Γάλλος αξιωματικός, διοικητής των διασυμμαχικών δυνάμεων κατοχής, συνοδευόμενος από τους επιτελείς του. Και υπό τους ήχους των σαλπίγγων, την παρουσίαση όπλων εκ μέρους του στρατιωτικού αποσπάσματος και των χωροφυλάκων και των κονταριών από την ομάδα μας. Και ενώ ο Γάλλος διοικητής και οι περί αυτόν αξιωματικοί, σε στάση προσοχής, χαιρετούσαν συντεθλιμμένοι, έγινε η υποστολή της γαλλικής σημαίας. Με την ίδια ακριβώς διαδικασία ακολούθησε η έπαρση της ελληνικής σημαίας. Μετά το πέρας της σύντομης αυτής τελετής, τα τμήματα και οι επίσημοι αποχώρησαν. Και όταν εξαφανίσθηκαν όλοι, δεν ακούστηκαν ζητωκραυγές, δεν ακουστήκαν επευφημίες. Λαός δεν υπήρχε γιατί ήταν τόσο ξαφνικό. Αν και πληροφορήθηκα μετά ότι από οκταημέρου ήταν γνωστή ότι θα γινόταν μια τέτοια κίνηση, προετοιμαζόταν δηλαδή εδώ στη πόλη οι αρχές. Αλλά όλα αυτά ήταν απόρρητα, όχι απλά εμπιστευτικά. Αυτά έγιναν γύρω στις δέκα το πρωί….…… Στις 13 Μαΐου 1920 δεν υπήρχε ελληνικός στρατός στη πόλη, παρά μόνο 15 χωροφύλακες υπαγόμενη στον Γάλλο Διοικητή. Σύμφωνα με τις διαταγές των συμμάχων και τις οδηγίες του Στρατηγού Σαρπή, έπρεπε να αποχωρήσουν τα γαλλικά στρατεύματα πρώτα από τις θέσεις που κατείχαν στη Δυτική Θράκη και να επακολουθήσει μετά η κατάληψη των θέσεων αυτών από τον ελληνικό στρατό εντός του επόμενου εικοσιτετραώρου. Οι Γάλλοι έφυγαν στις 13 και τότε έγινε η τελετή υποστολής της γαλλικής σημαίας και η έπαρση της ελληνικής. Εκείνο το βράδυ, η Αλεξανδρούπολη, το Δεδέαγατς τότε, έμεινε αφύλακτο διότι έφυγαν τα γαλλικά στρατεύματα, ελληνικός στρατός δεν υπήρχε και ήταν εκτεθειμένο στους κινδύνους προκρίσεως ταραχών από τους Κομιτατζήδες. Και για αυτό την ίδια μέρα συγκροτήθηκε μια ομάδα πολιτοφυλάκων από τους προκρίτους και τους πιο ενεργούς πολίτες της Αλεξανδρούπολης τότε, οι οποίοι όλο εκείνο το βράδυ φύλαγαν όλα τα κύρια σημεία της πόλεως και ιδιαίτερα τη μάνα του νερού όπως τη λέγαμε τότε, το υδραγωγείο, για να αποτρέψουν τον κίνδυνο δηλητηριάσεως των υδάτων. Φαντάζεστε την απορία μου, όταν την επομένη, στις 14 το πρωί, είδα τον πατέρα μου να επιστρέφει με το «μάλιχερ» στο χέρι και τα «αποσικλίκια» στο στήθος. Αυθόρμητα οργανώθηκαν οι πολιτοφύλακες για να μη μείνει ένα βράδυ αφύλακτη η Αλεξανδρούπολη και κινδύνευε από τους κομιτατζήδες, οι οποίοι γύρευαν ευκαιρία για να δημιουργήσουν προβλήματα στην Ελληνική διοίκηση.
……Από τα ξημερώματα, στη θάλασσα μπροστά στο λιμενίσκο τότε του Δεδέαγατς, κατέπλευσε η νηοπομπή η οποία μετέφερε από τον κόλπο των Ελευθερών την μεραρχία υπό τον στρατηγό Κωνσταντίνο Μαζαράκη – Αινιάν και άρχισε η αποβίβαση σε μια ξύλινη προβλήτα που είχε ετοιμαστεί πριν από λίγες μέρες. Για αυτό αναφέρω ότι ήταν ίσως γνωστό στους επισήμους, ότι κάτι θα συνέβαινε στη πόλη εκείνες τις ημέρες. Είχε προετοιμασθεί η προβλήτα αυτή από τον διοικητή μηχανικού των δυνάμεων της διασυμμαχικής κατοχής, τον μηχανικό Παπαλεονάρδο, τον οποίο είχε διορίσει ο Βαμβακάς στη θέση αυτή προ καιρού μαζί με τους άλλους Έλληνες υπαλλήλους που διόρισε στις υπηρεσίες της διασυμμαχικής κατοχής. Κυρίως για την αποβίβαση του πυροβολικού και των οχημάτων της μεραρχίας. Στην παραλία είχε συγκεντρωθεί βέβαια κόσμος, ο οποίος, ενθουσιώδης και χαρούμενος, παρακολουθούσε την αποβίβαση του στρατού, ο οποίος όμως δεν έμεινε στην Αλεξανδρούπολη, αλλά προωθήθηκε προς το εσωτερικό για να καταλάβει άλλα επίκαιρα σημεία της σιδηροδρομικής γραμμής προς τον Πόταμο, Φέρετσικ κ.λ.π.
Κατά τις 10 το πρωί αποβιβάσθηκε και ο Διοικητής της μεραρχίας Κ. Μαζαράκης – Αινιάν και συνοδευόμενος από τους Δημογέροντες, τους επισήμους, τον Δεσπότη και τον Δήμαρχο, που είχαν πάει να τον υποδεχθούν στο καράβι και όλοι μαζί κατευθύνθηκαν στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, όπου εψάλλει ευχαριστήριος δοξολογία με τον χοροστατούντα τότε Μητροπολίτη Αργυροκάστρου, αφού ο Ιωακείμ, έλλειπε, ήταν Συνοδικός. Μετά την δοξολογία επακολούθησε δεξίωση στο Μητροπολιτικό Μέγαρο κατά την οποία υπεγράφη και το πρακτικό για την απελευθέρωση της πόλης από τον Ελληνικό στρατό….».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου