Η Κύπρος, το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου, στο σταυροδρόμι Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, έχει μια ιστορία 9000 χρόνων και πλούσια πολιτιστική κληρονομιά. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι η UNESCO στον επίσημο κατάλογο 2012, για την Παγκόσμια Κληρονομιά Πολιτιστικών και Φυσικών Θησαυρών, έχει περιλάβει τις αρχαιότητες της Πάφου, τη Χοιροκοιτία και δέκα βυζαντινές εκκλησίες του Τροόδους.Στην κατεχόμενη Κύπρο, θρησκευτικά και ιστορικά μνημεία του Κυπριακού πολιτισμού, και όχι μόνο, έχουν λεηλατηθεί συστηματικά από την εισβολή του 1974.
Με αφορμή, την συμπλήρωση 40 ετών, από την ανέλκυση, το 1972 του "πλοίου της Κερύνειας", που έφερε τότε την Κύπρο στο επίκεντρο του διεθνούς επιστημονικού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, αξίζει μια επετειακή αναφορά σ’ αυτό.
Το πλοίο-ναυάγιο της Κερύνειας
Το 1965, ένας δύτης, από την Κερύνεια της Κύπρου, ενώ έψαχνε για σφουγγάρια σε βάθος 30 μέτρων και σε απόσταση περίπου μισού μιλίου από την ακτή, στα βορειοανατολικά του λιμανιού της πόλης, εντόπισε πολλούς αμφορείς.
Όταν, δύο χρόνια αργότερα, μία ομάδα αμερικανών αρχαιολόγων από το πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας βρέθηκε στην Κύπρο με σκοπό τον εντοπισμό ναυαγίων, ο Ανδρέας Καριόλου που είχε εντοπίσει τους αμφορείς, επικοινώνησε μαζί τους, και τους οδήγησε στο συγκεκριμένο σημείο. Έτσι εντοπίστηκε το ναυάγιο και ξεκίνησαν έρευνες για να προσδιοριστεί το μέγεθος του ναυαγίου και το είδος του φορτίου του.
Η Κυπριακή κυβέρνηση έδωσε άδεια για να ερευνηθεί πιο συστηματικά η περιοχή και η ομάδα των αμερικανών αρχαιολόγων με επικεφαλής τον καθηγητή Michael Katzev, με την οικονομική ενίσχυση αμερικανικών ιδρυμάτων, επέστρεψε στην Κυρήνεια με 40 αρχαιολόγους, μηχανικούς, αυτοδύτες, φωτογράφους κ.α. από 12 χώρες για να ξεκινήσει το έργο της ανασκαφής, μεταφοράς στην επιφάνεια, συντήρησης και έκθεσης των ευρημάτων. Για τη συναρμολόγηση του πλοίου κλήθηκαν ειδικοί σε θέματα ναυπηγικής, με επικεφαλής τον J. Richard Steffy, επίσημο απεσταλμένο της UNESCO, που για περίπου τέσσερα χρόνια προσπαθούσαν, να ταυτίσουν τα κομμάτια και να τα τοποθετήσουν στην σωστή θέση.
Από το 1967 μέχρι και το 1972 οι εργασίες για την ανέλκυση, συντήρηση και συναρμολόγηση του αρχαίου καραβιού έφεραν την Κύπρο στο επίκεντρο του διεθνούς επιστημονικού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
Έτσι το "πλοίο της Κερύνειας" ανελκύσθηκε, συντηρήθηκε και τοποθετήθηκε σε ειδική αίθουσα στο μεσαιωνικό κάστρο της Κερύνειας, λίγο πριν από την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο.
Από την εισβολή, τον Ιούλιο του 1974, μέχρι σήμερα, το Κάστρο - Μουσείο της Κερύνειας και το αρχαίο ναυάγιο είναι «σκλαβωμένα».
Το 1975, η Κυπριακή κυβέρνηση διέθεσε στον "Αττίλα", μέσω της UNESCO, 8.000 κυπριακές λίρες για την τοποθέτηση κλιματισμού στην αίθουσα, ώστε το παμπάλαιο ξύλο του πλοίου να μην ταλαιπωρείται και να μην καταστρέφεται από τις αλλαγές της θερμοκρασίας. Δυστυχώς και από το μουσείο αυτό, σύμφωνα με το τουρκοκυπριακό περιοδικό ‘’ORTAM’’ (18.07.1985), έχουν κλαπεί αντικείμενα.
Το σπουδαίο αρχαίο ναυάγιο μήκους 14,75 μ. πλάτους 4,30 μ. και βάρους 14 τόνων, τοποθετείται χρονολογικά στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στο τελευταίο τρίτο του 4ου αι. π.Χ. Το πλήρωμα του πλοίου εκτιμάται ότι το αποτελούσαν τέσσερα άτομα. Ο αμμώδης βυθός της θάλασσας της Κερύνειας είχε διατήρησε για 2.300 χρόνια το φορτίο του πλοίου, 403 αμφορείς - το κυρίως φορτίο του πλοίου - από έντεκα διαφορετικούς τύπους αμφορέων που πιθανότατα ήταν γεμάτοι κρασί, 29 μυλόπετρες από τη Νίσυρο, 10.000 αμύγδαλα, είδη οικιακής χρήσης του πληρώματος, λίγα νομίσματα, υπολείμματα τροφών και πολλά άλλα ενδιαφέροντα.
Το πλοίο «Κερύνεια ΙΙ»
Το 1981, ιδρύθηκε στον Πειραιά το Ελληνικό Ινστιτούτο Προστασίας Ναυτικής Παράδοσης (ΕΙΠΝΠ) από το Χάρη Τζάλα και μια ομάδα ιστορικών, αρχαιολόγων, αξιωματικών του Π.Ν, του Λ.Σ του Εμπορικού Ναυτικού, ναυπηγών, ναυτικών εμπειρογνωμόνων, ιστιοπλόων και άλλων, τους οποίους ένωνε το μεράκι για την διατήρηση της ναυτικής μας παράδοσης
Ένας από τους πρώτους στόχους του Ινστιτούτου ήταν και η κατασκευή ενός πιστού, αντιγράφου (σε φυσικό μέγεθος) του αρχαίου πλοίου της Κερύνειας. Το 1982, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Χάρης Τζάλας, πρότεινε στον Καθηγητή Michael Katzev την κατασκευή ενός αντιγράφου του πλοίου σε φυσικό μέγεθος. Ο Michael Katzev δέχτηκε με χαρά και έτσι ξεκίνησε το σημαντικότερο μέχρι σήμερα πρόγραμμα πειραματικής Ναυτικής Αρχαιολογίας. Το αμερικανικό Ινστιτούτο Ναυτικής Αρχαιολογίας και ο ναυπηγός Richard Steffy που είχε συναρμολογήσει το αρχαίο σκαρί, προσέφεραν τα πρωτότυπα σχέδια του πλοίου και επιστημονική εποπτεία και το 1982 ξεκίνησε στο ναυπηγείο του Μανώλη Ψαρού στο Πέραμα η ναυπήγηση του «Κερύνεια ΙΙ». Το σκαρί του κατασκευάστηκε με την αρχαία μέθοδο ναυπήγησης, την «κελυφική», και με παρόμοια εργαλεία και υλικά.
Χρειάστηκαν τρία χρόνια κοπιαστικής επιστημονικής και χειρονακτικής δουλειάς και γύρω στα 12 εκατομμύρια δραχμές για να κατασκευαστεί το 15μετρο «Κερύνεια II» με την αρχαία μέθοδο, όπου συναρμολογούνταν πρώτα τα μαδέρια του πετσώματος και ακολουθούσε η τοποθέτηση των νομέων. Οι συνδέσεις έγιναν με καβίλιες (συνηθίζονται στα έπιπλα). Τα 5.000 καρφιά ήταν όλα χειροποίητα, ορειχάλκινα και μήκους 25 έως 40 εκατοστά. Το ξύλο από το ίδιο είδος πεύκου με εκείνο που κατασκευάστηκε το αρχαίο πλοίο. Το κατάρτι από μονοκόμματο κορμό ερυθρελάτης ύψους 11 μέτρων. Τα σχοινιά έγιναν από φυτικές ίνες. Το πανί από λινό, που βρέθηκε μετά από πολλές προσπάθειες σε ένα ξεχασμένο στοκ λινού πανιού στη Σκοτία.
Τον Ιούνιο του 1985, με την ευκαιρία της ανακήρυξης της Αθήνας σε πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης, το πλοίο καθελκύστηκε στο Πέραμα με κάθε επισημότητα. Ένα ιδιαίτερο πρόγραμμα πειραματικής αρχαιολογίας που έμελλε να αφήσει το στίγμα του στα ναυτικά χρονικά της σύγχρονης Ελλάδας είχε υλοποιηθεί. Το «Κερύνεια ΙΙ», ήταν έτοιμο να φέρει σε πέρας και το δεύτερο μέρος του πειράματος για το οποίο κατασκευάστηκε, να ταξιδέψει από την Ελλάδα στην Κύπρο επαναλαμβάνοντας ίσως μία διαδρομή την οποία το αρχικό πλοίο της Κερύνειας είχε εκτελέσει αρκετές φορές πριν ναυαγήσει.
Έτσι, στις 6 Σεπτεμβρίου 1986, το «Κερύνεια ΙΙ» απέπλευσε από το Μικρολίμανο με καπετάνιο τον Αντώνη Βασιλειάδη κι άλλα τέσσερα άτομα πλήρωμα. Το ταξίδι ακολούθησε την εξής πορεία: Σούνιο- Κύθνος- Σύρος- Νάξος- Κως- Νίσυρος- Μανδράκι Ρόδου – Καστελλόριζο και στις 2 Οκτωβρίου, μετά από ένα ταξίδι 25 ημερών, κατέπλευσε στον Κόλπο Κοραλλίων της Πάφου. Τη διαδρομή αυτή την κάλυψε σε 25 μέρες.
Στην επιστροφή του, τον Απρίλιο του 1987, με καπετάνιο τον Γλαύκο Καριόλου, κι άλλα τέσσερα άτομα πλήρωμα ακολούθησε την εξής πορεία:. Λεμεσός- Πάφος- Ρόδος- Νίσυρος- Δονούσα (νησί κοντά στη Νάξο)- Σύρος- Κύθνος- Κέα- Σούνιο- Φλέβες- Φάληρο. Η συνολική απόσταση ήταν 520 ναυτικά μίλια. Στο ταξίδι αυτό υπήρξαν αντίξοες καιρικές συνθήκες, το πλοίο υπέστη ζημιές και χρειάστηκαν επισκευές. Αν και το ταξίδι προβλεπόταν να διαρκέσει 15 ημέρες, τελικά διήρκεσε 20 ημέρες.
Στη διάρκεια όλων τη των ταξιδιών, Έλληνες και ξένοι επιστήμονες κατέγραφαν με κάθε λεπτομέρεια τη συμπεριφορά του πλοίου.
Η ναυπήγηση και τα ταξίδια του «Κερύνεια II», τα οποία ξεπέρασαν τα 2000 ναυτικά μίλια, ήταν η πρώτη προσπάθεια πειραματικής αρχαιολογίας στον κόσμο, με πρότυπο ένα αυθεντικό πλοίο ηλικίας 2.300 χρόνων .και είχε τεράστια επιστημονική σημασία και παγκόσμια απήχηση.
Το «Κερύνεια ΙΙ», εκτέθηκε σε πολλές πόλεις της Ελλάδας και της Κύπρου. Επίσης στη Νέα Υόρκη, τη Νάρα της Ιαπωνίας, τη Σεβίλλη και το Αμβούργο.
Σήμερα, εκτίθεται στο Μουσείο Θαλάσσιας Ζωής στην κωμόπολη Αγία Νάπα της επαρχίας Αμμοχώστου στην πολύπαθη Κύπρο, όπου ο επισκέπτης μπορεί να το θαυμάσει ανάμεσα σε άλλα σημαντικά εκθέματα που έχουν σχέση με τη θάλασσα και τη ναυτιλία.
Αλεξανδρούπολη Αύγουστος 2012
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Υποναύαρχος ΛΣ (ε.α)
Με αφορμή, την συμπλήρωση 40 ετών, από την ανέλκυση, το 1972 του "πλοίου της Κερύνειας", που έφερε τότε την Κύπρο στο επίκεντρο του διεθνούς επιστημονικού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, αξίζει μια επετειακή αναφορά σ’ αυτό.
Το πλοίο-ναυάγιο της Κερύνειας
Το 1965, ένας δύτης, από την Κερύνεια της Κύπρου, ενώ έψαχνε για σφουγγάρια σε βάθος 30 μέτρων και σε απόσταση περίπου μισού μιλίου από την ακτή, στα βορειοανατολικά του λιμανιού της πόλης, εντόπισε πολλούς αμφορείς.
Όταν, δύο χρόνια αργότερα, μία ομάδα αμερικανών αρχαιολόγων από το πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας βρέθηκε στην Κύπρο με σκοπό τον εντοπισμό ναυαγίων, ο Ανδρέας Καριόλου που είχε εντοπίσει τους αμφορείς, επικοινώνησε μαζί τους, και τους οδήγησε στο συγκεκριμένο σημείο. Έτσι εντοπίστηκε το ναυάγιο και ξεκίνησαν έρευνες για να προσδιοριστεί το μέγεθος του ναυαγίου και το είδος του φορτίου του.
Η Κυπριακή κυβέρνηση έδωσε άδεια για να ερευνηθεί πιο συστηματικά η περιοχή και η ομάδα των αμερικανών αρχαιολόγων με επικεφαλής τον καθηγητή Michael Katzev, με την οικονομική ενίσχυση αμερικανικών ιδρυμάτων, επέστρεψε στην Κυρήνεια με 40 αρχαιολόγους, μηχανικούς, αυτοδύτες, φωτογράφους κ.α. από 12 χώρες για να ξεκινήσει το έργο της ανασκαφής, μεταφοράς στην επιφάνεια, συντήρησης και έκθεσης των ευρημάτων. Για τη συναρμολόγηση του πλοίου κλήθηκαν ειδικοί σε θέματα ναυπηγικής, με επικεφαλής τον J. Richard Steffy, επίσημο απεσταλμένο της UNESCO, που για περίπου τέσσερα χρόνια προσπαθούσαν, να ταυτίσουν τα κομμάτια και να τα τοποθετήσουν στην σωστή θέση.
Από το 1967 μέχρι και το 1972 οι εργασίες για την ανέλκυση, συντήρηση και συναρμολόγηση του αρχαίου καραβιού έφεραν την Κύπρο στο επίκεντρο του διεθνούς επιστημονικού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
Έτσι το "πλοίο της Κερύνειας" ανελκύσθηκε, συντηρήθηκε και τοποθετήθηκε σε ειδική αίθουσα στο μεσαιωνικό κάστρο της Κερύνειας, λίγο πριν από την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο.
Από την εισβολή, τον Ιούλιο του 1974, μέχρι σήμερα, το Κάστρο - Μουσείο της Κερύνειας και το αρχαίο ναυάγιο είναι «σκλαβωμένα».
Το 1975, η Κυπριακή κυβέρνηση διέθεσε στον "Αττίλα", μέσω της UNESCO, 8.000 κυπριακές λίρες για την τοποθέτηση κλιματισμού στην αίθουσα, ώστε το παμπάλαιο ξύλο του πλοίου να μην ταλαιπωρείται και να μην καταστρέφεται από τις αλλαγές της θερμοκρασίας. Δυστυχώς και από το μουσείο αυτό, σύμφωνα με το τουρκοκυπριακό περιοδικό ‘’ORTAM’’ (18.07.1985), έχουν κλαπεί αντικείμενα.
Το σπουδαίο αρχαίο ναυάγιο μήκους 14,75 μ. πλάτους 4,30 μ. και βάρους 14 τόνων, τοποθετείται χρονολογικά στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στο τελευταίο τρίτο του 4ου αι. π.Χ. Το πλήρωμα του πλοίου εκτιμάται ότι το αποτελούσαν τέσσερα άτομα. Ο αμμώδης βυθός της θάλασσας της Κερύνειας είχε διατήρησε για 2.300 χρόνια το φορτίο του πλοίου, 403 αμφορείς - το κυρίως φορτίο του πλοίου - από έντεκα διαφορετικούς τύπους αμφορέων που πιθανότατα ήταν γεμάτοι κρασί, 29 μυλόπετρες από τη Νίσυρο, 10.000 αμύγδαλα, είδη οικιακής χρήσης του πληρώματος, λίγα νομίσματα, υπολείμματα τροφών και πολλά άλλα ενδιαφέροντα.
Το πλοίο «Κερύνεια ΙΙ»
Το 1981, ιδρύθηκε στον Πειραιά το Ελληνικό Ινστιτούτο Προστασίας Ναυτικής Παράδοσης (ΕΙΠΝΠ) από το Χάρη Τζάλα και μια ομάδα ιστορικών, αρχαιολόγων, αξιωματικών του Π.Ν, του Λ.Σ του Εμπορικού Ναυτικού, ναυπηγών, ναυτικών εμπειρογνωμόνων, ιστιοπλόων και άλλων, τους οποίους ένωνε το μεράκι για την διατήρηση της ναυτικής μας παράδοσης
Ένας από τους πρώτους στόχους του Ινστιτούτου ήταν και η κατασκευή ενός πιστού, αντιγράφου (σε φυσικό μέγεθος) του αρχαίου πλοίου της Κερύνειας. Το 1982, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Χάρης Τζάλας, πρότεινε στον Καθηγητή Michael Katzev την κατασκευή ενός αντιγράφου του πλοίου σε φυσικό μέγεθος. Ο Michael Katzev δέχτηκε με χαρά και έτσι ξεκίνησε το σημαντικότερο μέχρι σήμερα πρόγραμμα πειραματικής Ναυτικής Αρχαιολογίας. Το αμερικανικό Ινστιτούτο Ναυτικής Αρχαιολογίας και ο ναυπηγός Richard Steffy που είχε συναρμολογήσει το αρχαίο σκαρί, προσέφεραν τα πρωτότυπα σχέδια του πλοίου και επιστημονική εποπτεία και το 1982 ξεκίνησε στο ναυπηγείο του Μανώλη Ψαρού στο Πέραμα η ναυπήγηση του «Κερύνεια ΙΙ». Το σκαρί του κατασκευάστηκε με την αρχαία μέθοδο ναυπήγησης, την «κελυφική», και με παρόμοια εργαλεία και υλικά.
Χρειάστηκαν τρία χρόνια κοπιαστικής επιστημονικής και χειρονακτικής δουλειάς και γύρω στα 12 εκατομμύρια δραχμές για να κατασκευαστεί το 15μετρο «Κερύνεια II» με την αρχαία μέθοδο, όπου συναρμολογούνταν πρώτα τα μαδέρια του πετσώματος και ακολουθούσε η τοποθέτηση των νομέων. Οι συνδέσεις έγιναν με καβίλιες (συνηθίζονται στα έπιπλα). Τα 5.000 καρφιά ήταν όλα χειροποίητα, ορειχάλκινα και μήκους 25 έως 40 εκατοστά. Το ξύλο από το ίδιο είδος πεύκου με εκείνο που κατασκευάστηκε το αρχαίο πλοίο. Το κατάρτι από μονοκόμματο κορμό ερυθρελάτης ύψους 11 μέτρων. Τα σχοινιά έγιναν από φυτικές ίνες. Το πανί από λινό, που βρέθηκε μετά από πολλές προσπάθειες σε ένα ξεχασμένο στοκ λινού πανιού στη Σκοτία.
Τον Ιούνιο του 1985, με την ευκαιρία της ανακήρυξης της Αθήνας σε πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης, το πλοίο καθελκύστηκε στο Πέραμα με κάθε επισημότητα. Ένα ιδιαίτερο πρόγραμμα πειραματικής αρχαιολογίας που έμελλε να αφήσει το στίγμα του στα ναυτικά χρονικά της σύγχρονης Ελλάδας είχε υλοποιηθεί. Το «Κερύνεια ΙΙ», ήταν έτοιμο να φέρει σε πέρας και το δεύτερο μέρος του πειράματος για το οποίο κατασκευάστηκε, να ταξιδέψει από την Ελλάδα στην Κύπρο επαναλαμβάνοντας ίσως μία διαδρομή την οποία το αρχικό πλοίο της Κερύνειας είχε εκτελέσει αρκετές φορές πριν ναυαγήσει.
Έτσι, στις 6 Σεπτεμβρίου 1986, το «Κερύνεια ΙΙ» απέπλευσε από το Μικρολίμανο με καπετάνιο τον Αντώνη Βασιλειάδη κι άλλα τέσσερα άτομα πλήρωμα. Το ταξίδι ακολούθησε την εξής πορεία: Σούνιο- Κύθνος- Σύρος- Νάξος- Κως- Νίσυρος- Μανδράκι Ρόδου – Καστελλόριζο και στις 2 Οκτωβρίου, μετά από ένα ταξίδι 25 ημερών, κατέπλευσε στον Κόλπο Κοραλλίων της Πάφου. Τη διαδρομή αυτή την κάλυψε σε 25 μέρες.
Στην επιστροφή του, τον Απρίλιο του 1987, με καπετάνιο τον Γλαύκο Καριόλου, κι άλλα τέσσερα άτομα πλήρωμα ακολούθησε την εξής πορεία:. Λεμεσός- Πάφος- Ρόδος- Νίσυρος- Δονούσα (νησί κοντά στη Νάξο)- Σύρος- Κύθνος- Κέα- Σούνιο- Φλέβες- Φάληρο. Η συνολική απόσταση ήταν 520 ναυτικά μίλια. Στο ταξίδι αυτό υπήρξαν αντίξοες καιρικές συνθήκες, το πλοίο υπέστη ζημιές και χρειάστηκαν επισκευές. Αν και το ταξίδι προβλεπόταν να διαρκέσει 15 ημέρες, τελικά διήρκεσε 20 ημέρες.
Στη διάρκεια όλων τη των ταξιδιών, Έλληνες και ξένοι επιστήμονες κατέγραφαν με κάθε λεπτομέρεια τη συμπεριφορά του πλοίου.
Η ναυπήγηση και τα ταξίδια του «Κερύνεια II», τα οποία ξεπέρασαν τα 2000 ναυτικά μίλια, ήταν η πρώτη προσπάθεια πειραματικής αρχαιολογίας στον κόσμο, με πρότυπο ένα αυθεντικό πλοίο ηλικίας 2.300 χρόνων .και είχε τεράστια επιστημονική σημασία και παγκόσμια απήχηση.
Το «Κερύνεια ΙΙ», εκτέθηκε σε πολλές πόλεις της Ελλάδας και της Κύπρου. Επίσης στη Νέα Υόρκη, τη Νάρα της Ιαπωνίας, τη Σεβίλλη και το Αμβούργο.
Σήμερα, εκτίθεται στο Μουσείο Θαλάσσιας Ζωής στην κωμόπολη Αγία Νάπα της επαρχίας Αμμοχώστου στην πολύπαθη Κύπρο, όπου ο επισκέπτης μπορεί να το θαυμάσει ανάμεσα σε άλλα σημαντικά εκθέματα που έχουν σχέση με τη θάλασσα και τη ναυτιλία.
Αλεξανδρούπολη Αύγουστος 2012
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Υποναύαρχος ΛΣ (ε.α)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου