Την Άνοιξη του 1821, ένα ελληνικό πλοίο σχίζοντας τα καταγάλανα νερά του Αιγαίου με προορισμό την Σαμοθράκη, την αρχόντισσα του Θρακικού πελάγους, μετέφερε το μήνυμα του ξεσηκωμού κατά των τούρκων τυράννων.
Ο ενθουσιασμός περίσσευε σε όλους τους Σαμοθράκες που μ’ ένα στόμα μια φωνή κηρύξαν την επανάσταση στο νησί τους. Πρόκριτοι του νησιού ήταν ο Χατζής Γεώργης, ο Αλέξιος Αινείτης, ο Γεωργούδης Πεζούλας, ο Σάββας Χατζής Γιαννάκης κ.α. Πρώτο τους μέλημα ήταν η οργάνωση μιας φρουράς
για την άμυνα του νησιού και την εκδίωξη της τουρκικής φρουράς. Την αρχηγία ανέλαβε ο Χατζής Γεώργης, ο μόνος εγγράμματος στο νησί. Οι Σαμοθράκες για πρώτη φορά στην ζωή τους θα ανέπνεαν τον γλυκό αέρα της Ελευθερίας που τόσο είχαν στερηθεί για αιώνες. Οι τούρκοι αρχικά δεν έδωσαν σημασία σ’ αυτόν τον ξεσηκωμό σε αυτήν την μικρή γωνιά της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Για τέσσερις μήνες οι Σαμοθράκες ήταν πραγματικά ελεύθεροι, νομίζοντας ότι οι τούρκοι θα τους αφήσουν ελεύθερους να ζήσουν μια ειρηνική ζωή.
Οι μέρες της ελευθερίας όμως, πέρασαν γρήγορα. Πέρασε ο Αύγουστος και έφτασε η φοβερή 1η Σεμπτεμβρίου 1821, ημέρα που αποβιβάστηκαν οι τούρκοι στην θέση Μαυρηλιαίς, στην νοτιοδυτική ακτή του νησιού, με 2.000 ετοιμοπόλεμους οθωμανούς στρατιώτες. Επικεφαλής τους ήταν ο φοβερός και τρομερός Καπουδάν Πασάς, περίφημος για την αγριότητά του. Μετά την ολοκλήρωση της αποβίβασης έστειλε στους επαναστατημένους Έλληνες αγγελιαφόρους ζητώντας τους να παραδοθούν και να πληρώσουν τους φόρους που “χρωστούσαν” στην υψηλή πύλη. Ο Χατζής Γεώργης βγήκε μπροστά κι αποκρίθηκε στους τούρκους με αυτά τα λόγια: “Ημείς αντί φόρων έχομεν μπαρούτι και μολύβι, είμεθα Έλληνες και ως τιούτοι προτιμώμεν ν’αποθάνομεν, παρά να είμαστε σκλάβοι”.
Οι τούρκοι κατάλαβαν πως αυτοί οι “ξεροκέφαλοι” Έλληνες δεν επρόκειτο να κάνουν βήμα πίσω, αφού δοκίμασαν το γλυκόπιοτο νέκταρ της Ελευθερίας. Ο Καπουδάν Πασάς εξοργίστηκε μαζί τους και έδωσε εντολή στους στρατιώτες του να μην αφήσουν κανέναν ζωντανό άνδρα ή αγόρι πάνω στο νησί και τα γυναικόπαιδα να συλληφθούν για να πουληθούν ως σκλάβοι στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
Η επέλαση του στρατού άρχισε κι όπου συναντούσε χωριό ή αγροικία ή ανθρώπους δεν άφηνε τίποτε όρθιο. Οι πρώτοι Έλληνες που συναντήθηκαν με τον τουρκικό στρατό πότισαν με το αίμα τους το δέντρο της Ελευθερίας. Οι περισσότεροι Σαμοθράκες κλείστηκαν μέσα σε πρόχειρα οχυρωμένο χωριό. Η πρώτη μάχη δόθηκε έξω από το χωριό στην θέση Μύλοι, σε μια μάχη άνιση ήδη από την αρχή. Ήταν φτωχά εξοπλισμένοι και καθόλου εκπαιδευμένοι, αλλά τους οδηγούσε η αγάπη για την πατρίδα. Υποχώρησαν ατάκτως προς το χωριό για προστασία και οι τούρκοι τους καταδίωξαν. Οι Έλληνες οχυρώθηκαν σε δύο υψώματα του χωριού, στον Κούκο και στον Βρυχό. Πολέμησαν σαν λιοντάρια υπερασπιζόμενοι τις οικογένειες και τα σπίτια τους. Ο Γεώργης στην πρώτη γραμμή του αγώνα τους εμψύχωνε συνέχεια με τις φωνές του. Τα παλληκάρια ήταν λίγα και τα μπαρουτόβολα εξαντλούνταν, αλλά κρατούσαν τις θέσεις τους. Η μάχη συνεχίστηκε κλίνοντας όμως φανερά υπέρ των τούρκων, οι οποίοι βλέποντας πως οι αμυνόμενοι δεν μπορούν να αντέξουν ορμήξαν στα υψώματα.
Από την στιγμή εκείνη και μετά η μάχη διεξαγόταν σώμα με σώμα. Τραυματισμένοι και νεκροί γέμισαν την γη. Οι Έλληνες υποχώρησαν και η μάχη συνεχίστηκε μέσα στο χωριό. Οι τούρκοι έσφαζαν όλους τους άνδρες και τα αγόρια. Κάπου εκεί μέσα στον χαλασμό έπεσε κι ο Χατζής Γεώργης λαβωμένος από το γιαταγάνι κάποιου τούρκου. Μερικοί Σαμοθράκες τρέξαν στα βουνά για να σωθούν ψάχνοντας κρυψώνες στα δάση και στις σπηλιές. Άλλοι 300 μπήκαν σε βάρκες και τράβηξαν για την απέναντι Θρακική ακτή για να γλιτώσουν απ’ την σφαγή. Όσοι άνδρες έμειναν στην Σαμοθράκη θανατώθηκαν χωρίς καμια συζήτηση. Η μοίρα των υπόλοιπων γυναικοπαίδων ήταν να πουληθούν σαν ανδράποδα στις μεγάλες αγορές σκλάβων της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, όπου από εκεί θα αγορασθούν κάποιοι από φιλέλληνες και θα γυρίσουν μετά από χρόνια στην Σαμοθράκη.
Οι τούρκοι σφάζαν για 3 μέρες συνεχώς. Στο τέλος κάλεσαν τους εναπομείναντες Έλληνες που είχαν κρυφτεί στα βουνά, λέγοντάς τους ότι θα τους χαρίσουν την ζωή. Δυστυχώς, 700 από αυτούς τους πίστεψαν και γύρισαν πίσω. Αυτούς τους οδήγησαν σε ένα ρυάκι έξω από το χωριό και τους έσφαξαν ώσπου κοκκίνισε το ρυάκι από το αίμα. Αυτό το μέρος ονομάστηκε εφκάς, δηλαδή, οι επτακόσιοι. Συνολικά σκοτώθηκαν και σφάχτηκαν περίπου 8.000 με 10.000 Έλληνες από έναν πληθυσμό κοντά στις 15.000. Οι υπόλοιποι έμελλε να πουληθούν ως σκλάβοι.
Οι τούρκοι κατά την αποχώρηση του στόλου τους κρέμασαν 30 δυστυχείς στα κατάρτια των πλοίων τους και για να βεβηλώσουν τις Ελληνικές σημαίες που πήραν σαν λάφυρα, τις είχαν ανάποδα.
Όταν οι100 που είχαν καταφύγει στις σπηλιές κατέβηκαν στα πεδινά αντίκρισαν την ολοκληρωτική καταστροφή, δεν είχε μείνει λίθος επί λίθον. Ακόμη κι αυτοί όμως αναγκάστηκαν να φύγουν. Το νησί έμεινε ακατοίκητο για 6 χρόνια.
Σταδιακά άρχισαν να επιστρέφουν στην Σαμοθράκη όσοι κάτοικοι γλύτωσαν από τις σφαγές από την Λήμνο, την Θάσο, την Ίμβρο, την Λέσβο, την Θράκη, την Ήπειρο, την Μάνη, τις Κυδωνιές και άλλα μέρη της Ελλάδας όπου είχαν καταφύγει οι δυστυχείς.
Αυτό λοιπόν είναι ένα εν πολλοίς άγνωστο ολοκαύτωμα που σημάδεψε σαν πυρωμένο σίδερο το σώμα του Ελληνισμού. Δόξα και Τιμή λοιπόν σ’ αυτούς τους ηρωικούς νεκρούς, που για την ελευθερία της πατρίδας δεν δίστασαν να θυσιάσουν τα πάντα.
ΠΗΓΗ: Χατζῆς Γεώργης: ὁ ἡγέτης τῆς ἐπαναστάσεως στὴν Σαμοθράκη. http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2012/03/blog-post_3862.html#ixzz25CK61Dv7
Ο ενθουσιασμός περίσσευε σε όλους τους Σαμοθράκες που μ’ ένα στόμα μια φωνή κηρύξαν την επανάσταση στο νησί τους. Πρόκριτοι του νησιού ήταν ο Χατζής Γεώργης, ο Αλέξιος Αινείτης, ο Γεωργούδης Πεζούλας, ο Σάββας Χατζής Γιαννάκης κ.α. Πρώτο τους μέλημα ήταν η οργάνωση μιας φρουράς
για την άμυνα του νησιού και την εκδίωξη της τουρκικής φρουράς. Την αρχηγία ανέλαβε ο Χατζής Γεώργης, ο μόνος εγγράμματος στο νησί. Οι Σαμοθράκες για πρώτη φορά στην ζωή τους θα ανέπνεαν τον γλυκό αέρα της Ελευθερίας που τόσο είχαν στερηθεί για αιώνες. Οι τούρκοι αρχικά δεν έδωσαν σημασία σ’ αυτόν τον ξεσηκωμό σε αυτήν την μικρή γωνιά της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Για τέσσερις μήνες οι Σαμοθράκες ήταν πραγματικά ελεύθεροι, νομίζοντας ότι οι τούρκοι θα τους αφήσουν ελεύθερους να ζήσουν μια ειρηνική ζωή.
Οι μέρες της ελευθερίας όμως, πέρασαν γρήγορα. Πέρασε ο Αύγουστος και έφτασε η φοβερή 1η Σεμπτεμβρίου 1821, ημέρα που αποβιβάστηκαν οι τούρκοι στην θέση Μαυρηλιαίς, στην νοτιοδυτική ακτή του νησιού, με 2.000 ετοιμοπόλεμους οθωμανούς στρατιώτες. Επικεφαλής τους ήταν ο φοβερός και τρομερός Καπουδάν Πασάς, περίφημος για την αγριότητά του. Μετά την ολοκλήρωση της αποβίβασης έστειλε στους επαναστατημένους Έλληνες αγγελιαφόρους ζητώντας τους να παραδοθούν και να πληρώσουν τους φόρους που “χρωστούσαν” στην υψηλή πύλη. Ο Χατζής Γεώργης βγήκε μπροστά κι αποκρίθηκε στους τούρκους με αυτά τα λόγια: “Ημείς αντί φόρων έχομεν μπαρούτι και μολύβι, είμεθα Έλληνες και ως τιούτοι προτιμώμεν ν’αποθάνομεν, παρά να είμαστε σκλάβοι”.
Οι τούρκοι κατάλαβαν πως αυτοί οι “ξεροκέφαλοι” Έλληνες δεν επρόκειτο να κάνουν βήμα πίσω, αφού δοκίμασαν το γλυκόπιοτο νέκταρ της Ελευθερίας. Ο Καπουδάν Πασάς εξοργίστηκε μαζί τους και έδωσε εντολή στους στρατιώτες του να μην αφήσουν κανέναν ζωντανό άνδρα ή αγόρι πάνω στο νησί και τα γυναικόπαιδα να συλληφθούν για να πουληθούν ως σκλάβοι στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
Η επέλαση του στρατού άρχισε κι όπου συναντούσε χωριό ή αγροικία ή ανθρώπους δεν άφηνε τίποτε όρθιο. Οι πρώτοι Έλληνες που συναντήθηκαν με τον τουρκικό στρατό πότισαν με το αίμα τους το δέντρο της Ελευθερίας. Οι περισσότεροι Σαμοθράκες κλείστηκαν μέσα σε πρόχειρα οχυρωμένο χωριό. Η πρώτη μάχη δόθηκε έξω από το χωριό στην θέση Μύλοι, σε μια μάχη άνιση ήδη από την αρχή. Ήταν φτωχά εξοπλισμένοι και καθόλου εκπαιδευμένοι, αλλά τους οδηγούσε η αγάπη για την πατρίδα. Υποχώρησαν ατάκτως προς το χωριό για προστασία και οι τούρκοι τους καταδίωξαν. Οι Έλληνες οχυρώθηκαν σε δύο υψώματα του χωριού, στον Κούκο και στον Βρυχό. Πολέμησαν σαν λιοντάρια υπερασπιζόμενοι τις οικογένειες και τα σπίτια τους. Ο Γεώργης στην πρώτη γραμμή του αγώνα τους εμψύχωνε συνέχεια με τις φωνές του. Τα παλληκάρια ήταν λίγα και τα μπαρουτόβολα εξαντλούνταν, αλλά κρατούσαν τις θέσεις τους. Η μάχη συνεχίστηκε κλίνοντας όμως φανερά υπέρ των τούρκων, οι οποίοι βλέποντας πως οι αμυνόμενοι δεν μπορούν να αντέξουν ορμήξαν στα υψώματα.
Από την στιγμή εκείνη και μετά η μάχη διεξαγόταν σώμα με σώμα. Τραυματισμένοι και νεκροί γέμισαν την γη. Οι Έλληνες υποχώρησαν και η μάχη συνεχίστηκε μέσα στο χωριό. Οι τούρκοι έσφαζαν όλους τους άνδρες και τα αγόρια. Κάπου εκεί μέσα στον χαλασμό έπεσε κι ο Χατζής Γεώργης λαβωμένος από το γιαταγάνι κάποιου τούρκου. Μερικοί Σαμοθράκες τρέξαν στα βουνά για να σωθούν ψάχνοντας κρυψώνες στα δάση και στις σπηλιές. Άλλοι 300 μπήκαν σε βάρκες και τράβηξαν για την απέναντι Θρακική ακτή για να γλιτώσουν απ’ την σφαγή. Όσοι άνδρες έμειναν στην Σαμοθράκη θανατώθηκαν χωρίς καμια συζήτηση. Η μοίρα των υπόλοιπων γυναικοπαίδων ήταν να πουληθούν σαν ανδράποδα στις μεγάλες αγορές σκλάβων της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, όπου από εκεί θα αγορασθούν κάποιοι από φιλέλληνες και θα γυρίσουν μετά από χρόνια στην Σαμοθράκη.
Οι τούρκοι σφάζαν για 3 μέρες συνεχώς. Στο τέλος κάλεσαν τους εναπομείναντες Έλληνες που είχαν κρυφτεί στα βουνά, λέγοντάς τους ότι θα τους χαρίσουν την ζωή. Δυστυχώς, 700 από αυτούς τους πίστεψαν και γύρισαν πίσω. Αυτούς τους οδήγησαν σε ένα ρυάκι έξω από το χωριό και τους έσφαξαν ώσπου κοκκίνισε το ρυάκι από το αίμα. Αυτό το μέρος ονομάστηκε εφκάς, δηλαδή, οι επτακόσιοι. Συνολικά σκοτώθηκαν και σφάχτηκαν περίπου 8.000 με 10.000 Έλληνες από έναν πληθυσμό κοντά στις 15.000. Οι υπόλοιποι έμελλε να πουληθούν ως σκλάβοι.
Οι τούρκοι κατά την αποχώρηση του στόλου τους κρέμασαν 30 δυστυχείς στα κατάρτια των πλοίων τους και για να βεβηλώσουν τις Ελληνικές σημαίες που πήραν σαν λάφυρα, τις είχαν ανάποδα.
Όταν οι100 που είχαν καταφύγει στις σπηλιές κατέβηκαν στα πεδινά αντίκρισαν την ολοκληρωτική καταστροφή, δεν είχε μείνει λίθος επί λίθον. Ακόμη κι αυτοί όμως αναγκάστηκαν να φύγουν. Το νησί έμεινε ακατοίκητο για 6 χρόνια.
Σταδιακά άρχισαν να επιστρέφουν στην Σαμοθράκη όσοι κάτοικοι γλύτωσαν από τις σφαγές από την Λήμνο, την Θάσο, την Ίμβρο, την Λέσβο, την Θράκη, την Ήπειρο, την Μάνη, τις Κυδωνιές και άλλα μέρη της Ελλάδας όπου είχαν καταφύγει οι δυστυχείς.
Αυτό λοιπόν είναι ένα εν πολλοίς άγνωστο ολοκαύτωμα που σημάδεψε σαν πυρωμένο σίδερο το σώμα του Ελληνισμού. Δόξα και Τιμή λοιπόν σ’ αυτούς τους ηρωικούς νεκρούς, που για την ελευθερία της πατρίδας δεν δίστασαν να θυσιάσουν τα πάντα.
ΠΗΓΗ: Χατζῆς Γεώργης: ὁ ἡγέτης τῆς ἐπαναστάσεως στὴν Σαμοθράκη. http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2012/03/blog-post_3862.html#ixzz25CK61Dv7
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου